Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
NINA'S HEAVENLY DELIGHTS (2006)
Υπόθεση: Η Νίνα επιστρέφει μετά από χρόνια στο Λονδίνο για την κηδεία του πατέρα της. Η οικογένειά της, προσπαθεί να την πείσει να τα ξαναβρεί με τον πρώην αρραβωνιαστικό της, Σαντζάι, αλλά η ίδια είναι απορροφημένη στο να προσπαθεί να ξαναφτιάξει το εστιατόριο που άφησε ο πατέρας της χρεωμένο από τζόγο. Σε αυτό την βοηθά η συνέταιρος της στο εστιατόριο, η γοητευτική Λίσα. Και το ειδύλλιο δεν θα αργήσει να μπλεχτεί.. Μόνο που η Νίνα ανήκει σε μια παραδοσιακή ινδική οικογένεια που δεν τα σηκώνει αυτά..
Θα σας αρέσει γιατί: Είναι μια πολύ ζεστή και ρομαντική ταινία, χωρίς ιδιαίτερο δράμα και ηθικιστικές νύξεις. Ο κολλητός της Νίνα, μια τραβεστί με κατάστημα καλλυντικών, προσθέτει γέλιο στην όλη συνταγή.
Δεν θα σας αρέσει γιατί: Είναι απλώς μια ρομαντική κομεντί, χωρίς ηθικό βάρος.
Σαν σήμερα το 1896 γεννήθηκε ο Κώστας Καρυωτάκης
Ποιητής και πεζογράφος, ίσως η σημαντικότερη λογοτεχνική φωνή, που ανέδειξε η γενιά του ’20 και από τους πρώτους, που εισήγαγαν στοιχεία του μοντερνισμού στην ελληνική ποίηση. Επηρέασε πολλούς από τους κατοπινούς ποιητές (Σεφέρης, Ρίτσος, Βρεττάκος) και με την αυτοκτονία του δημιούργησε φιλολογική μόδα, τον Καρυωτακισμό, που πλημμύρισε τη νεοελληνική ποίηση. Γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896 και ήταν γιoς του νομομηχανικού Γεωργίου Καρυωτάκη από τη Συκιά Κορινθίας και της Κατήγκως Σκάγιαννη από την Τρίπολη. Ήταν ο δευτερότοκος της οικογένειας. Είχε μία αδελφή ένα χρόνο μεγαλύτερή του, τη Νίτσα, και έναν αδελφό μικρότερο, το Θάνο, που γεννήθηκε το 1899 και σταδιοδρόμησε ως τραπεζικός υπάλληλος. Λόγω της εργασίας τού πατέρα του, η οικογένειά του αναγκαζόταν να αλλάζει συχνά τόπο διαμονής. Έζησαν στη Λευκάδα, την Πάτρα, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, το Αργοστόλι, την Αθήνα (1909-1911) και τα Χανιά, όπου έμειναν ως το 1913. Από τα εφηβικά του χρόνια δημοσίευε ποιήματά του σε παιδικά περιοδικά, ενώ το όνομά του αναφέρεται και σε διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού «Διάπλαση των Παίδων». Σε ηλικία 17 ετών ερωτεύεται την χανιώτισσα Άννα Σκορδύλη, μια σχέση που θα τον σημαδέψει. Το 1917 αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με λίαν καλώς. Στην αρχή επιχείρησε να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου, ωστόσο η έλλειψη πελατείας τον ώθησε στην αναζήτηση θέσης δημοσίου υπαλλήλου. Διορίστηκε στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης, ενώ μετά την οριστική απαλλαγή του από τον Ελληνικό Στρατό για λόγους υγείας, τοποθετήθηκε σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων οι νομαρχίες Σύρου, Άρτας και Αθήνας. Απεχθανόταν τη δουλειά του και δεν ανεχόταν την κρατική γραφειοκρατία, εξού και οι πολλές μεταθέσεις του. Η πρώτη ποιητική συλλογή του «Ο Πόνος των Ανθρώπων και των Πραγμάτων», δημοσιεύτηκε το Φεβρουάριο του 1919 και δεν έλαβε ιδιαίτερα θετικές κριτικές. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε το σατιρικό περιοδικό «Η Γάμπα», η κυκλοφορία του οποίου όμως απαγορεύτηκε έπειτα από έξι τεύχη κυκλοφορίας. Η δεύτερη συλλογή του, υπό τον τίτλο «Νηπενθή», εκδόθηκε το 1921. Την ίδια περίοδο συνδέθηκε με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, συνάδελφό του στη Νομαρχία Αττικής, παρόλο που δεν είχε ξεχάσει την πρώτη αγάπη, την Άννα Σκοδρύλη, η οποία στο μεταξύ είχε παντρευτεί. Η Πολυδούρη του προτείνει να παντρευτούν, παρότι γνώριζε ότι έπασχε από σύφιλη. Το 1924 ταξίδεψε στο εξωτερικό και επισκέφθηκε την Ιταλία και τη Γερμανία. Το Δεκέμβριο του 1927 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του, με τίτλο «Ελεγεία και Σάτιρες».
Το Φεβρουαρίου του 1928 αποσπάστηκε στην Πάτρα και λίγο αργότερα στην Πρέβεζα. Η αλληλογραφία του με συγγενείς του την περίοδο αυτή αναδεικνύει την απόγνωση του Καρυωτάκη για την επαρχιακή ζωή και τη μικρότητα της τοπικής κοινωνίας. Στις 20 Ιουλίου πήγε στο Μονολίθι και αποπειράθηκε επί δέκα ώρες να αυτοκτονήσει, προσπαθώντας μάταια να πνιγεί. Την επόμενη μέρα (21 Ιουλίου) αγόρασε ένα περίστροφο κι επισκέφτηκε ένα καφενείο της Πρέβεζας. Αφού πέρασε λίγες ώρες μόνος του καπνίζοντας, πήγε σε μια παρακείμενη παραλία, τον Άγιο Σπυρίδωνα και έθεσε τέλος στη ζωή του κάτω από έναν ευκάλυπτο. Στην τσέπη του η αστυνομία βρήκε ένα σημείωμα, που εξηγούσε τους λόγους της αυτοκτονίας του: Είναι καιρός να φανερώσω την τραγωδία μου. Το μεγαλύτερό μου ελάττωμα στάθηκε η αχαλίνωτη περιέργειά μου, η νοσηρή φαντασία και η προσπάθειά μου να πληροφορηθώ για όλες τις συγκινήσεις, χωρίς τις περσότερες να μπορώ να τις αισθανθώ. Τη χυδαία, όμως, πράξη που μου αποδίδεται τη μισώ. Εζήτησα μόνο την ιδεατή ατμόσφαιρά της, την έσχατη πικρία. Ούτε είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για το επάγγελμα εκείνο. Ολόκληρο το παρελθόν μου πείθει γι’ αυτό. Κάθε πραγματικότης μου ήταν αποκρουστική. Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Και τον κίνδυνο που ήρθε τον δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους ή εθεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες. Σ’ αυτούς απευθύνομαι. Αφού εδοκίμασα όλες τις χαρές !!! είμαι έτοιμος για έναν ατιμωτικό θάνατο. Λυπούμαι τους δυστυχισμένους γονείς μου, λυπούμαι τα αδέλφια μου. Αλλά φεύγω με το μέτωπο ψηλά. Ήμουν άρρωστος. Σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε, για να προδιαθέση την οικογένειά μου, στο θείο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, οδός Μονής Προδρόμου, πάροδος Αριστοτέλους, Αθήνας. [Υ.Γ.] Και για ν’ αλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουνε ποτέ να αυτοκτονήσουν δια θαλάσσης. Όλη νύχτα απόψε, επί δέκα ώρες, εδερνόμουν με τα κύματα. Ήπια άφθονο νερό, αλλά κάθε τόσο, χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε στην επιφάνεια. Ορισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου. Εκτός από το ποιητικό του έργο, ο Καρυωτάκης έγραψε επίσης πεζά, ενώ μας άφησε και μεταφράσεις ξένων λογοτεχνών. Ποιήματά του έχουν μελοποιήσει συνθέτες και συγκροτήματα, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, τα «Υπόγεια Ρεύματα», η Λένα Πλάτωνος, ο Μίμης Πλέσσας, ο Γιάννης Σπανός, ο Γιάννης Γλέζος και ο Νίκος Ξυδάκης. Η ποίηση του Καρυωτάκη δεν έχει ίχνος φιλολογίας, αισθηματισμού και φιλαρέσκειας, που υπάρχει σε αφθονία στους παλιότερους ποιητές. Αποπνέει την αίσθηση του μάταιου, του χαμένου, η στάση του είναι αντιηρωική και αντιδανική. Ο Καρυωτάκης γράφει ποιήματα για το άδοξο, το ασήμαντο, ακόμα και το γελοίο, ως διαμαρτυρία, που φθάνει στο σαρκασμό.
πηγή: sansimera.gr
Τάσος Λειβαδίτης: Ο ποιητής της πιο όμορφης ουτοπίας
Ο Τάσος Λειβαδίτης (ή Αναστάσιος-Παντελεήμων Λειβαδίτης
όπως είναι το πλήρες όνομά του), γιος του Λύσανδρου και της Βασιλικής,
γεννήθηκε στην Αθήνα το βράδυ της Αναστάσεως του 1922. Σπούδασε νομικά,
όμως τον κέρδισε η λογοτεχνία και συγκεκριμένα η ποίηση. Ανέπτυξε έντονη
πολιτική δραστηριότητα στο χώρο της αριστεράς με συνέπεια να εξοριστεί
από το 1947 έως το 1951. Στο Μούδρο, στη Μακρόνησο και μετά στον Αϊ
Στράτη κι από κει στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα, απ’ όπου αφέθηκε
ελεύθερος το 1951. Το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» θεωρήθηκε
«κήρυγμα ανατρεπτικό» και κατασχέθηκε. Τελικά το δικαστήριο τον απάλλαξε
λόγω αμφιβολιών.
Στο ελληνικό κοινό ο Τάσος Λειβαδίτης εμφανίστηκε το 1946, μέσα από τις στήλες του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα (τεύχ. 55,15-11-46) με το ποίημα «Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη». Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική σύνθεση με τίτλο «Μάχη στην άκρη της νύχτας» και εργάστηκε επίσης σαν κριτικός ποίησης στην εφημερίδα Αυγή, από το 1954.
Ακούστε τη φωνή του ποιητή
(αρχείο mp3 των 2 MB) σε ηχογράφηση του 1988 που περιλαμβάνει τα
ποιήματα: «Ο πρώτος στίχος», «Οι ορτανσίες», «Το παράπονο του ποιητή».
Περισσότερα βιογραφικά
από το musicheaven.
Κυκλοφορεί μια συγκεντρωτική έκδοση (με το μεγαλύτερο μέρος των ποιημάτων του) σε τρεις τόμους από τις εκδόσεις Κέδρος [τόμος 1
- τόμος 2
- τόμος 3
]
Πέθανε στην Αθήνα το 1988.
Κριτικά κείμενα
Η ουσία της ποίησης,
Μια συναγωγή κριτικών σημειωμάτων του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη
Ο ποιητής στη χώρα του «Φαντάζιο»
Ο ποιητής της πιο όμορφης ουτοπίας Τάσος Λειβαδίτης:
Μια ποίηση καμωμένη για πάντα Εισαγωγή στο ποιητικό έργο του Τάσου Λειβαδίτη
Τάσος Λειβαδίτης – Ένας μεταφυσικός της αριστεράς – Το Θρησκευτικό Ρίγος
πηγή: kar.org.gr

Στο ελληνικό κοινό ο Τάσος Λειβαδίτης εμφανίστηκε το 1946, μέσα από τις στήλες του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα (τεύχ. 55,15-11-46) με το ποίημα «Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη». Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική σύνθεση με τίτλο «Μάχη στην άκρη της νύχτας» και εργάστηκε επίσης σαν κριτικός ποίησης στην εφημερίδα Αυγή, από το 1954.
Ακούστε τη φωνή του ποιητή

Περισσότερα βιογραφικά

Κυκλοφορεί μια συγκεντρωτική έκδοση (με το μεγαλύτερο μέρος των ποιημάτων του) σε τρεις τόμους από τις εκδόσεις Κέδρος [τόμος 1



Πέθανε στην Αθήνα το 1988.
Κριτικά κείμενα
Η ουσία της ποίησης,
Μια συναγωγή κριτικών σημειωμάτων του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη
Ο ποιητής στη χώρα του «Φαντάζιο»
Ο ποιητής της πιο όμορφης ουτοπίας Τάσος Λειβαδίτης:
Μια ποίηση καμωμένη για πάντα Εισαγωγή στο ποιητικό έργο του Τάσου Λειβαδίτη
Τάσος Λειβαδίτης – Ένας μεταφυσικός της αριστεράς – Το Θρησκευτικό Ρίγος
πηγή: kar.org.gr
Όχι, δεν είμαι «ξένος» !
ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΞΕΝΟΙ (!)

και σ' άλλη γλώσσα άκουσες εσύ
τα όμορφα παιδικά σου παραμύθια...
μη με φωνάζεις «ξένο»
το ψωμί σου δε διαφέρει απ' το δικό μου
το χέρι σου είναι όμοιο με το δικό μου,
σαν τη φωτιά καίει
και η δική μου φωτιά.
Γιατί λοιπόν με φωνάζεις «ξένο»;
Επειδή σ' άλλους δρόμους βρέθηκα
και σ άλλο λαό γεννήθηκα
και άλλες θάλασσες γνώρισα
και απ' αλλού σάλπαρα;
Αλλά το ίδιο άγχος κρύβουμε κι οι δυο
η ίδια εξάντληση
στην πλάτη μας βαραίνει,
αυτή που συντρίβει το κάθε θνητό
μέσ' απ' του χρόνου τα σκοτάδια
από τότε που σύνορα δεν είχαν τεθεί
κι ανάμεσά μας ακόμη δεν είχαν φθάσει
όσοι διχάζουν
και σκοτώνουν το φτωχό,
αυτοί που κλέβουν
και μοιράζουν ψέμματα,
αυτοί που εμπορεύονται κι εμάς
και θάβουν αδίστακτα τα όνειρά μας
όσοι εφεύραν αυτή τη λέξη
τη σκληρή: «ξένος».
λέξη παγωμένη και γεμάτη θλίψη
που θυμίζει αλησμοσύνη κι εξορία.
Αν θέλεις το καλό μου να είσαι καλός
σταμάτα τώρα να με φωνάζεις «ξένο»
αν θέλεις, κοίταξέ με στα μάτια,
πιο πέρα απ' το μίσος
ας φθάσει η ματιά σου,
ας ξεπεράσει φόβο, εγωισμό.
Για δες, άνθρωπος είμαι κι εγώ
Όχι, δεν είμαι «ξένος» !
...το ποιήμα το έχει γράψει ένας άγνωστος μετανάστης
ένας απ' αυτούς που κάποιοι φασιστικοί εγκέφαλοι προορίζουν να φιλοξενηθεί σε κλειστό στρατόπεδο φιλοξενίας (sic)
θα το επιτρέψουμε?
θα επιτρέψουμε τη δημιουργία νέων Άουσβιτς εν έτη 2012 ή θα αντισταθούμε στη φασιστική κατρακύλα της δοτής κυβέρνησης Παπαδήμιου; η απόφαση δική σου !
Ανδρέας Αρχοντάκης: Ο "Φιντέλ Κάστρο" της Κρήτης.!
«Ό,τι ζεις στην έκσταση, ποτέ δεν θα μπορέσεις να το στεριώσεις σε λόγο».
Νίκος Καζαντζάκης
Θεωρούμε χρέος, όχι μόνο όσων έλκουν την καταγωγή τους απ' την Κρήτη, αλλά και όλων των- ελευθέρως σκεπτόμενων- ανθρώπων, ν' αναδεικνύουν τέτοιου είδους προσωπικότητες και να τις καθιστούν ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ των έντιμων κι αγωνιζόμενων ανθρώπων. Χρέος πρώτα απ' όλα πολιτικό, ιδίως την εποχή, που ζούμε. Χρέος αξιοπρέπειας, όταν στον αντίποδα μας έχουν...ντουμανιάσει τα λιβανιστήρια του αντιστασιακού Σημίτη, του...αγωνιστή Ανδρουλάκη και πλείστων άλλων, ων ουκ έστι αριθμός.

Στη διάρκεια της περιόδου 1958-1964 γιάτρευε χωρίς αμοιβή, αλλά και επωμιζόμενος τα έξοδα της φαρμακευτικής αγωγής όλων αυτών που δεν μπορούσαν να πληρώσουν. Πούλησε, το 1964, τμήμα της πατρικής του περιουσίας για να εξοφλήσει την αξία των φαρμάκων που είχε χορηγήσει ο ίδιος δωρεάν στους φτωχούς ασθενείς του. Από το 1964-1967, που τον συνέλαβαν, ασκούσε την ιατρική στα Χανιά. Βαθιά ευαισθητοποιημένος και έντιμος μέχρι ακαμψίας σ΄ όλη του την ζωή.

Βαθιά πολιτικοποιημένος, δήλωσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για την εκλογή του ως βουλευτή ανεξάρτητου με την ΕΔΑ το 1963 και αργότερα, το 1974, δήλωσε ξανά την υποψηφιότητα του για βουλευτής Χανίων με το ΠΑΣΟΚ. Η εμμονή του στις πολιτικές θέσεις που πίστευε, το ήθος του και η ευαισθησία του γρήγορα τον οδήγησαν στην διαφωνία και στην αποστασιοποίηση του. Η τελευταία του υποψηφιότητα για το βουλευτικό αξίωμα τέθηκε με την Σοσιαλιστική Πορεία.
Ο "Κάστρο" κρατούσε σημειώσεις πάντα με ΠΡΑΣΙΝΟ ΣΤΥΛΟ, διότι όπως αναφέρει και στο "Αθάνατοι Νεκροί", ένα κείμενό του για τους συναγωνιστές του στην Αντίσταση, "...όπως θυμάστε, το πράσινο είναι το χρώμα μας", εννοώντας φυσικά την ΕΠΟΝ, της οποίας το χαρακτηριστικό χρώμα ήταν το πράσινο.

- Επί Χούντας, φυσικά συλλαμβάνεται και φυλακίζεται.
Είναι στις φυλακές της Αίγινας, που κάποια στιγμή φωνάζει προς τους έξω: "Μην κλαίτε μωρέ για μας! Εμείς επαέ μέσα είμαστε λεύτεροι! Για σας εκεί έξω να κλαίτε, που΄στε σκλαβωμένοι!".
Μετά την αποφυλάκισή του, το 1970, κατεβαίνει στα Χανιά, στην Κάντανο και ασκεί -σχεδόν δωρεάν- το ιατρικό επάγγελμα. Οι μπάτσοι όμως, εκεί! Τον παρακολουθούν μέρα νύχτα. Φτάνουν στο σημείο να πηγαίνουν στους ασθενείς του Κάστρο και να τους απειλούν "Δεν βρήκατε άλλο γιατρό να πάτε;". Κάποια στιγμή ο Αρχοντάκης τους κοιτά μέσα απ' το σπίτι του, βγαίνει έξω, στέκεται μπροστά τους (έτσι ψηλός κι αγέρωχος που ήταν) και τους φωνάζει κατάμουτρα: "Δεν βαρεθήκατε μωρέ να με παρακολουθείτε; Ε;". Ντροπιασμένοι οι ασφαλίτες, έβαλαν την ουρά κάτω απ' τα σκέλια κι όπου φύγει-φύγει.
- Το 1975 ξεσπά κρίση στο ΠΑΣΟΚ με αφορμή την επιμονή του Ανδρέα Παπανδρέου να διορίζει ο ίδιος το "Πειθαρχικό Συμβούλιο" κι όχι αυτό να εκλέγεται από την Κ.Ε. του Κινήματος. Στο προσυνέδριο του ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας Αρχοντάκης καταθέτει σχετική αντιεισήγηση. Το ΠΑΣΟΚ όμως οδεύει προς την εξουσία και θέλει...θυσίες εξευμενισμού της άρχουσας τάξης κι ως εκ τούτου λαμβάνουν χώρα οι περίφημες ΔΙΑΓΡΑΦΕΣ του 1975 (Β.Φίλιας, Ν. Κωνσταντόπουλος, Π. Ευθυμίου, Λ. Βάσσης, Σ. Καράγιωργας, Γ. Κάτρης, Μ. Μερκούρη, Γ. Μαντζουράνης, Χ. Ροκόφυλλος κλπ). Στα γραφεία της Τ.Ο. ΠΑΣΟΚ Χανίων αναρτάται η επιγραφή: "ΟΠΟΙΟΣ ΜΙΛΗΣΕΙ ΣΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΝ ΑΡΧΟΝΤΑΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΩΣΤΗ ΤΟ ΒΑΡΔΑΚΗ, ΔΙΑΓΡΑΦΕΤΑΙ!".
Όταν μετά τη διαγραφή του Αρχοντάκη, ο Ανδρέας Παπανδρέου κατέβηκε να μιλήσει στα Χανιά, ο "Κάστρο" είχε προβεί στην ΚΑΤΑΛΗΨΗ των τοπικών γραφείων του ΠΑΣΟΚ, απαιτώντας άμεση συνάντηση με τον Πρόεδρο του Κινήματος. Πλην όμως, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν ΤΌΛΜΗΣΕ καθόλου να πάει από εκεί, αλλά μετέβη και μίλησε κατ' ευθείαν στην Πλ. Συντριβανίου, στο Ενετικό Λιμάνι της πόλης! Τότε ο Αρχοντάκης αποφασίζει να στείλει την περίφημη επιστολή του προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, στην οποία ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Φιρμάνια στον τόπο μας έχουν κατά καιρούς βγάλει και οι μπαρμπαρέσοι και οι Ενετοί και οι Τούρκοι και ο Κονδύλης και ο Πάγκαλος και ο Μεταξάς και οι Γερμανοί και η χούντα αλλά δεν πέρασαν στα Χανιά. Ούτε το δικό σου θα μπορούσε νάχει άλλη τύχη κι αν ήξερες το λαό μας και πίστευες αυτόν, θα το γνώριζες. Κόμμα είχε και ο Μεταξάς. Κόμμα επιχείρησε να κάνει και ο εθνοπροδότης Παπαδόπουλος. Κόμμα είχε και ο ανεκδιήγητος πρωθυπουργός της σφαγής του Πολυτεχνείου, Μαρκεζίνης. Κόμμα πιθανόν να κάνεις κι εσύ αλλά Σοσιαλιστικό δεν είναι. Η ιστορία του καθενός αρχίζει μετά τον θάνατό του. Μέχρι τότε...οψόμεθα εις Φιλίππους».
-Το 1975 δικάζεται στα Χανιά ο εκδότης των "Χανιώτικων Νέων", Γιάννης Γαρεδάκης, με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμισης του Βουλευτή Χανίων της Ν.Δ. Γιώργου Βολουδάκη. Μάρτυρες κατηγορίας όλοι οι Χανιώτες πολιτευτές της Ν.Δ. Μεταξύ των μαρτύρων υπεράσπισης φυσικά, ο Ανδρέας Αρχοντάκης. Τελικά, ο Γιάννης Γαρεδάκης καταδικάζεται για εξύβριση, ενώ συγχρόνως του επιβάλεται ένα σχετικά μικρό χρηματικό πρόστιμο. Στο άκουσμα της απόφασης, ο "Κάστρο" σηκώνεται όρθιος μεσ' την αίθουσα, βγάζει την τραγιάσκα του και την προτείνει ένώπιον του ακροατηρίου φωνάζοντας: "Βάλτε μωρέ κάτι, να τσι πλερώσουμε τσι κερατάδες και να σηκωθούμε να φύγομε!"
Ευτυχώς λοιπόν, η Κρήτη δεν έχει...βγάλει μόνο το Μητσοτάκη, τον Κεφαλογιάννη και το Μαρκογιαννάκη κι ούτε έμεινε στην Ιστορία γι' αυτούς. Στην Ιστορία έμεινε διότι -εκτός του Ανδρέας Αρχοντάκη- γέννησε ΚΑΙ το Νίκο Καζαντζάκη, ("Αν εθέλεις να γενείς Κρητικός, θα διαβάζεις Καζαντζάκη", έλεγε ο Αρχοντάκης), ΚΑΙ το Νίκο Ξυλούρη (Ψαρονίκο), που στα πέντε του χρόνια, οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό του- τ' Ανώγεια- κι έζησε ως το τέλος σαν ένας δημιουργικός, αξιοπρεπής κι αγωνιζόμενος άνθρωπος, ΚΑΙ τον Μελαμπιανό αγωνιστή του ΕΑΜ και καλλιτέχνη της Κρητικής μουσικής, Γιώργη Τρουλινό και τόσους άλλους ανώνυμους απλούς ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, οι οποίοι με την προσωπική τους στάση, ΑΝΕΔΕΙΞΑΝ και ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΑΝ έννοιες όπως «ανθρώπινη και κοινωνική αλληλεγγύη», «συλλογικό συμφέρον», «σεβασμός στη διαφορετικότητα», «πίστη σε πανανθρώπινες και διαχρονικές αξίες». Έννοιες, που αποτελούν βασικές, δομικές και αδιαπραγμάτευτες ΑΡΧΕΣ κάθε πραγματικού λαικού-κοινωνικού επαναστάτη και που τον διαφοροποιούν από τους-κάθε λογής και εποχής-προσκυνημένους και προθύμους. Κι όσο η μνήμη και το παράδειγμα τέτοιων ανθρώπων παραμένει ζωντανό, οι έννοιες αυτές συνεχίζουν όχι μόνο να υπάρχουν, αλλά και να μην έχουν αλλάξει έννοια και ουσία.

Ο Ανδρέας Αρχοντάκης, ή "Κάστρο", που αν ζούσε σήμερα σίγουρα θα οργάνωνε αντάρτικο για την αξιοπρέπεια, πέθανε ξαφνικά από ανεύρυσμα στην καρδιά στις 27 Δεκεμβρίου 1982. Είκοσι έξι χρόνια μετά απ' το θάνατό του, αποφασίσθηκε από το δημοτικό συμβούλιο Καντάνου η ανέγερση του ανδριάντα του.
πηγή: http://tsak-giorgis.blogspot.com/2011/04/blog-post_5083.html
Μεσσηνιακή Μάνη...Ενας Επίγειος Παράδεισος Ψυχικών Απολαύσεων.!
Μπορεί η αγριάδα της άνυδρης πέτρας που στέκεται σε πύργους με λιλιπούτεια παράθυρα και η σκληράδα των ανθρώπων να είναι το σήμα κατατεθέν της Μάνης, όμως υπάρχει και ένα κομμάτι της γλυκό, δροσερό και πολύ καλοκαιρινό. Η Μάνη από την μεριά του νομού Μεσσηνίας χωρά ανάμεσα στο πράσινο του Ταϋγέτου και το γαλάζιο της ξελογιάστρας θάλασσας και σου προσφέρει εξαίσιες εικόνες και εμπειρίες.

Το φυσικό κάλλος της περιοχής, η ιστορία της, η παράδοσή της, η αγωνιστικότητα και η ανδρεία που χαρακτήρισε τους ανθρώπους της στις δύσκολες περιπέτειες του Έθνους ανά τους αιώνες, την βάζουν δίπλα στις άλλες περιοχές σύμβολα της Ελλάδας, όπως η Κρήτη, η Ήπειρος, η Μακεδονία.
Υπάρχουν αρκετά ακόμα σημεία λίγο δυσπρόσιτα για τους μοναχικούς κυρίως επισκέπτες.
Οι "ξένοιαστοι καβαλάρηδες" θα λατρέψουν την περιοχή...
Το τοπίο μαγεύει, ξαφνιάζει ευχάριστα και εντυπωσιάζει από την γρήγορη εναλλαγή των εικόνων.
Απόκρημνα βράχια, σπηλιές και φαράγγια, δένουν με τον ελαιώνα, τις γραφικές παραλίες, τα λιμανάκια, τα νησάκια και τις γλυφάδες.
Χρώματα και αρώματα από ποικίλα αγριολούλουδα και βότανα υποδέχονται τον επισκέπτη όλες τις εποχές.
Το κλίμα της περιοχής είναι ζεστό μεσογειακό με ήπιο χειμώνα και μεγάλη ηλιοφάνεια. Προσφέρεται όλο τον χρόνο σαν τουριστικός προορισμός.

Πόσα ταξίδια μα την αλήθεια έχω διαβάσει για τη Μάνη και πόσο έχω γελάσει μα και πικραθεί συνάμα! Ευτυχώς - για όλους μας - η Μάνη δεν έχει κατακτηθεί ακόμα. Μονάχα οι Μανιάτες ξέρουν πόσο αδούλωτη είναι, αυτοί οι δυσπρόσιτοι, επιφανειακά ευγενείς, απρόθυμοι, μοναχικοί, άξεστοι και δηκτικοί άνθρωποι. Λίγα κοσμητικά επίθετα έβαλα και ίσως όχι απόλυτα ταιριαστά για εκείνους που στην τραχιά γωνιά της Ελλάδας μοιάζουν να μη χρειάζονται κανέναν άλλον παρά μονάχα τον εαυτό τους και...ίσως τους υπόλοιπους Μανιάτες!
Μια Μάνη είναι Προσηλιακή και άλλη μια είναι Αποσκιερή. Μια Μάνη είναι Έξω και άλλη μια είναι Μέσα. Καμιά δεν είναι ίδια με την άλλη, καμιά δεν είναι η ομορφότερη. Να γράψεις ταξίδι για τη Μάνη ολόκληρη δεν γίνεται, δεν πάει. Να την κατακερματίσεις σε κομμάτια και να αποτυπώσεις τις περιηγητικές σου εντυπώσεις πέφτεις στο ίδιο «λάθος» με τους υπόλοιπους... χάνεις την αίσθηση.
Μονάχα να μεταφέρεις μερικές εικόνες γίνεται και τούτο μου φαίνεται πως πρέπει να κάνω. Να ξεκινήσω, λοιπόν, από το όνομα. Η πιο σωστή εκδοχή απ' όσα έχω διαβάσει είναι αυτή του καθηγητή Ε. Πεζόπουλου που λέει πως προέρχεται από το αρχαίο επίθετο «μανός» (στο θηλυκό του γένος) που σημαίνει γυμνός από βλάστηση. Το γιώτα, που συνήθως βλέπουμε γραμμένο στους χάρτες των κουτόφραγκων (Μάϊνη την ονόμαζαν) οφείλεται βασικά στο γλωσσικό ιδίωμα των κατοίκων (μια γιαγιά που με έβλεπε να σκαρφαλώνω σε κάτι ερείπια για να βγάλω καλή φωτογραφία, μου φώναξε: «Πας χαϊμένος κορώνα μου»). Ωραία ακούγεται και η εκδοχή που λέει πως όλοι οι ναυτικοί που περνούσαν από το ακρωτήριο Ταίναρο φώναζαν «Μάϊνα τα πανιά!», οπότε έμεινε στη χερσόνησο το όνομα Μάϊνη.

Οι Μανιάτες δεν ξέρουν τι πάει να πει υποδούλωση, κλεψιά και ζητιανιά, αλλά γνωρίζουν πολύ καλά τι πάει να πει παλικαριά και «γδικιωμός». Η βεντέτα δεν είναι ελληνική λέξη, ο «γδικιωμός» ή εκδίκηση είναι η σωστή και για τον Μανιάτη είναι καθήκον και όχι έθιμο ή δικαίωμα. Παλιότερα δήλωναν ξεκάθαρα «είμαστε οχτροί» και ξεκινούσε το κακό που μπορούσε να βαστήξει πολλά χρόνια και να ξεκληρίσει οικογένειες, χωριά ολόκληρα.

Όχι! Απλά όταν τα «κακαρώσουν» γίνονται ταχυδρόμοι από τον Επάνω κόσμο στον Κάτω.
Μεταφέρουν τους καημούς και τις σκέψεις, τα παθήματα και τα ανδραγαθήματα, την αλήθεια ολάκερη τη δική τους, αλλά και όλων των υπολοίπων στον Κάτω κόσμο.!

Η πρώτη ιστορική αναφορά για την περιοχή γίνεται από τον Όμηρο που αναφέρει την Καρδαμύλη ως μια από τις πόλεις που θα έδινε για προίκα στον Αχιλλέα ο Αγαμέμνονας.
Στον ίδιο χώρο κατά την μυθολογία, βγήκαν οι Νηριίδες για να καμαρώσουν τον Πύρρο τον γιό του Αχιλλέα που πέρασε από εκεί πηγαίνοντας στην Σπάρτη για να νυμφευθεί την Ερμιόνη.
Ο Παυσανίας κατά την διέλευσή του από τη περιοχή, αναφέρει ότι στο Κάστρο του Λεύκτρου είδε άγαλμα του Ασκληπιού και της Ινούς καθώς και της Κασσάνδρας, ξόανο του Απόλλωνα, άγαλμα του Ιθωμάτα Δία και ιερό της Αθηνάς με το άγαλμά της. Επίσης, αναφέρει ότι στην νησίδα Πέφνο (Αγιο Δημήτριο) που φέρεται ως γενέτειρα των Διοσκούρων, είδε τα αγάλματά τους.
Στα Βυζαντινά χρόνια η περιοχή βρέθηκε υπό το Δεσποτάτο του Μυστρά και μετέπειτα πρωτοστάτησε στην κήρυξη της επανάστασης για την ελευθέρωση της πατρίδας. Συγκεκριμένα στις 21 Μαρτίου 1821 έφθασε στην Καρδαμύλη ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, έχοντας δώσει όρκο ιερό στην Αρεόπολη για την έναρξη του αγώνα και ένωσε τις δυνάμεις του με τον Κολοκοτρώνη, τον Μούρτζινο και τους εμπειροπόλεμους Μανιάτες . Μπήκαν στην Καλαμάτα 23 Μαρτίου την ελευθέρωσαν και συνέχισαν τον αγώνα για την απελεθέρωση του έθνους...

ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ
Η άγονη χερσόνησος και η ιστορική σύνδεση με την Αρχαία Σπάρτη μεταγγίζουν στους κατοίκους ασυμβίβαστο χαρακτήρα, αυστηρά ήθη, σκληρά έθιμα, ελευθερία, θυσίες, καθώς και ειλικρίνεια, ψυχικό θάρρος, φιλότιμο και φιλοπατρία. Επιδεικνύουν μεγάλο σεβασμό προς τις παραδόσεις, την οικογενειακή τιμή και τους νεκρούς, και μια τοπικιστική αντίληψη, που πηγάζει από την υπερηφάνεια ότι ουδέποτε υποδουλώθηκαν σε ξένους και πάντοτε έζησαν ελεύθεροι. Μοναδικά ήθη και έθιμα που καταγράφονται στη Μάνη είναι ο γδικιωμός, η τρέβα (η προσωρινή ανακωχή εχθροπραξιών), τα μοιρολόγια.
Την πρώτη θέση στη ιεραρχία της οικογένειας κατείχε ο πατέρας, ή σε περίπτωση θανάτου ο πρωτότοκος γιος. Τα θηλυκά μέλη δεν είχαν ούτε κληρονομικά ούτε άλλα δικαιώματα. Το διαζύγιο ήταν άγνωστη λέξη. Οι άνδρες ήταν διαρκώς απασχολημένοι είτε με τους οικογενειακούς πολέμους είτε ενάντια στους εξωτερικούς εχθρούς. Αυτός ήταν και ο κυριότερος λόγος που ξεχώριζαν τα αρσενικά παιδιά, γιατί αποτελούσαν ασφάλεια για την οικογένεια και μέγιστη προσφορά στην πατρίδα σε καιρό πολέμου.

Γυναικεία
Λιτή και αυστηρή, αποτελείται από το άσπρο υφαντό πουκάμισο, κεντημένο στο στήθος και τα μανίκια.
Το στολίζει μια κόκκινη λωρίδα χωρίζοντας την φούστα σε δύο μέρη.
Το μεταξωτό ζωνάρι.
Στο κεφάλι το μπλε καλπάκι με την άσπρη μπόλια.
Αντρική
Οι Μανιάτες αν και στεριανοί υϊοθετούν την νησιώτικη φορεσιά, την "βράκα", διότι οι συναλλαγές τους γίνονται από την θάλασσα και όχι από την στεριά.
Αποτελείται από το το άσπρο φαρδύ πουκάμισο κεντημένο στα μανίκια. Την σκουρόχρωμη βράκα. Το ριγωτό ζωνάρι. Το κόκκινο γιλέκο κεντημένο με μαύρο κορδόνι. Το μαυρό μαντήλι. Τις μαύρες κάλτσες.

Ο ΓΑΜΟΣ
Ο γάμος ήταν το μοναδικό χαρμόσυνο γεγονός στην αλλοτινή Μάνη...
Είχαν καταργηθεί σχεδόν και οι ονομαστικές εορτές.
Οι μοναδικές χαρές, όπως τις έλεγαν ήταν ο γάμος και η γέννηση αγοριού, γιατί ήξεραν πολύ καλά όπως οι αρχαίοι Έλληνες ότι αυτό, το αγόρι, ο «κούρος» όπως το έλεγαν, βιολογικά θα διαιώνιζε την οικογένεια, την φυλή και θα ήταν ένα ντουφέκι παραπάνω στον αγώνα.
Τον γάμο λοιπόν τον συνδύαζαν με την αναγέννηση της οικογένειας, της φαμίλιας, της φυλής, κάτι όπως ο καινούργιος χρόνος. Μόνον στα νεότερα χρόνια λέγανε τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά κάλαντα από σπίτι σε σπίτι και φτιάχνανε δίπλες, λελάγγια και μελομπουκιές (παραδοσιακά φαγητά και κεράσματα).
Χαρές λοιπόν ονόμαζαν τους γάμους. «Στις χαρές σου» λέγανε συχνά στις προπόσεις τους με κρασί ή με κεράσματα. Στην παλιά Μάνη, σε καμία άλλη περίπτωση δεν τραγουδούσαν και δεν χόρευαν, εκτός από τον γάμο. Ο γάμος γιορταζόταν κατά τον πιο επίσημο και επιδεικτικό τρόπο, γι' αυτό τον λέγανε και «χαρά». Πολλές φορές ακόμα και σήμερα, ακούμε, ειδικά από πιο μεγάλους σε ηλικία ανθρώπους, την πρόποση «Στις χαρές σου», που σημαίνει στο γάμο σου και προέρχεται από την Παλιά Μάνη.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το όνομα του κοριτσιού μιας οικογένειας συνοδευότανε από την κατάληξη "ίτσα", ενώ το όνομα της καινούργιας γυναίκας στην οικογένεια, της νύφης, είχε το επίθετο με την κατάληξη "έϊσα". Αυτά κυρίως για την αποσκιαδερή Μάνη. Για παράδειγμα, η γυναίκα του Νικολάου Πλαγιαννάκου του Βασιλείου, έχανε τόσο το επίθετό της, όσο και το μικρό της όνομα και λεγόταν μετά τον γάμο της Νικολάου Πλαγιαννέϊσα Βασιλόνυφη. Αναφερόταν δηλαδή και σαν νύφη του αρχηγού της οικογένειας που ήταν ο πατέρας του γαμπρού.
Σαν προίκα, εκτός από τα διάφορα χωράφια (λαχίδια) που έπαιρνε η νύφη, αρκετά για την συμβολή της στο νέο της σπιτικό, έπαιρνε και πολλά οικιακά σκεύη ή και σκουτιά (ρούχα) ή μπατανίες (κουβέρτες) και άλλα. Στα σκουτιά επάνω πολλές φορές καρφίτσωναν με διάφορες κορδέλες δεμένα, παλαιά νομίσματα αξίας, συνήθως ασημένια.

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Έμμετρα στιχουργήματα με θλιβερή υπόθεση. Τραγούδια θρηνητικά, που τα απαγγέλλουν οι άνθρωποι κατά το θάνατο αγαπημένων τους προσώπων.
Τα μοιρολόγια και γενικά τα τραγούδια του Χάρου έχουν παλιά παράδοση και διασώζουν Ομηρικά έθιμα γύρω από το συγκλονιστικό γεγονός του θανάτου. Ο θάνατος για τους αρχαίους Έλληνες, όσο και αν η διδασκαλία τους δέχεται την αθανασία της ψυχής και το χωρισμό της από το σώμα, δεν έπαυε να είναι γεγονός που έφερνε θλίψη και πόνο στους ανθρώπους.
Τα πρώτα μοιρολόγια τα βρίσκουμε στον Όμηρο, όπου αναφέρονται νεκρώσιμα τραγούδια της Ανδρομάχης, της Εκάβης, της Ελένης, του Αχιλλέα κτλ. με περιεχόμενο όμοιο σχεδόν με τα σημερινά μοιρολόγια.
Διάσημοι ποιητές, σαν τον Πίνδαρο και το Σιμωνίδη, έγραψαν επικήδεια τραγούδια για τους νεκρούς πλούσιων οικογενειών. Το έθιμο αυτό συνεχίστηκε και μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, περνά μέσα από τη Βυζαντινή εποχή, ακμάζει στη μεταβυζαντινή και φτάνει στη νεώτερη εποχή με την πλούσια σε λυρικότητα ποικιλία.
Τα σύγχρονα μοιρολόγια αποτελούνται συνήθως από δεκαπεντασύλλαβους στίχους και διακρίνονται σε μοιρολόγια επαινετικά του νεκρού και σε μοιρολόγια του Χάρου.
Το μοιρολόι φτάνει στη μεγαλύτερη ακμή στην περιοχή της Μάνης, αλλά εκεί η εκφραστική του δύναμη μεταβάλλεται σε αφηγηματικό ποίημα - τραγούδι, σε εκτενή πολλές φορές ιστορία του νεκρού.

Στη Μάνη επικρατεί ολόκληρη εθιμοτυπία για τα μοιρολόγια. Όταν πεθάνει κάποιος οι γυναίκες του χωριού πηγαίνουν στο «κάθισμα», κάθονται γύρω - γύρω από το νεκρό και αρχίζουν ένα διάλογο με μοιρολόγια.
Οι γυναίκες μοιρολογούν το νεκρό ιεραρχικά, που, όταν πρόκειται για άνδρα, ξεκινά από τη μάνα και συνεχίζεται από την αδελφή, την κόρη και, τέλος καταλήγει στη γυναίκα του. Αποτελεί τιμή για την οικογένεια του νεκρού να μοιρολογηθεί από άτομο εκτός της οικογένειας.
Τη γυναίκα που λέει ένα μοιρολόι δεν πρέπει να τη διακόψει κανένας και αυτή που θέλει να συνεχίσει ζητά την άδειά της. Το μοιρολόι αρχίζει με το ξενύχτισμα του νεκρού, συνεχίζεται όταν το φέρετρο μεταφέρεται στην εκκλησία και αλλάζει μ' ένα σπασμωδικό κλάμα μέσα στην εκκλησία την ώρα της ακολουθίας. Γίνεται εντονότερο στο δρόμο προς το νεκροταφείο, όπου ενώνεται με τις φωνές των συγγενών του νεκρού, και αποκορυφώνεται μπροστά στον τάφο.
Οι μοιρολογήτρες, μερικές από τις οποίες κάνουν μεγάλα ταξίδια για να θρηνήσουν ένα μακρινό συγγενή τους ή κάποτε και ανθρώπους που δε συνάντησαν ποτέ, αυτοσχεδιάζουν βασικά τα μοιρολόγια τους δίπλα στο νεκρό, με βάση ορισμένες τυπικές φράσεις που επαναλαμβάνονται σταθερά.

Στα είδη διατροφής θα βρείτε παστά και λουκάνικα μοναδικά για την γεύση και την ποιότητά τους καπνισμένα με φασκόμηλο.
Εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο και ελιές. Κάπαρη, ρίγανη, θυμάρι, μέντα, τσάι Ταϋγέτου μοναδικό στο είδος του και αλάτι θαλασσινό από την Τραχήλα, αξίζουν να τα αναζητήσετε.
Επίσης, θαυμάσιο μέλι, δίπλες, λαλάγγια, λαδοκούλουρα , τραχανά και χυλοπίτες...η χαρά του καλοφαγά.!

Περπατήστε στα Βυζαντινά, Φράγκικα και Μανιάτικα Κάστρα, στα καλντερίμια των παραδοσιακών οικισμών και στα φαράγγια του Ταϋγέτου. Παρατηρήστε τη φύση που λόγω των πολλών ενδημικών φυτών χαρακτηρίζεται "Βοτανικός Παράδεισος". Ανακαλύψτε βυζαντινά εκκλησάκια, πέτρινα γεφύρια και βρύσες, νερόμυλους και ελαιοτριβεία.
Αφεθείτε στο χάδι του ήλιου κατά το ηλιοβασίλεμα στο Ταίναρο, στο Λιμένι, στη Καρδαμύλη.
Από τα χρόνια του Ιουστινιανού αναφέρεται η ύπαρξη πύργων στη Μάνη. Οι πύργοι της Μάνης, οκτακόσιοι περίπου σκορπισμένοι στα χωριά, στα βουνά και στ' ακρογιάλια και σε κάθε επίκαιρο σημείο, αποτελούν αξιόλογα λαϊκά αρχιτεκτονικά έργα, υπαγορευμένα κυρίως από τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες του τόπου.
Το κοινωνικό σύστημα της Μάνης ήταν ένα είδος ομοσπονδίας ανεξάρτητων και ελεύθερων γενών. Ο πυρήνας της ήταν η ένοπλη μανιάτικη πατριά και ο οικογενειακός πύργος. Οι πύργοι ήταν καλά μελετημένοι στη κατασκευή τους με ντουφεκότρουπες (πολεμίστρες), ζεματίστρες (ή καταχιούστριες) και στις γωνιές πετρομάχους.
Καθένας ανήκε σε μια πατριά και υπερασπίζεται όχι μόνο την οικογένεια, αλλά όλο το σόϊ που συνήθως μένει στα γύρω σπίτια. Η ανοικοδόμηση του Πύργου ήταν καθήκον όλης της πατριάς, όπως και η φρούρησή του, ενώ ποτέ δεν τον κληρονομούσαν γυναίκες, αλλά οι πλησιέστεροι άντρες συγγενείς. Στο πύργο γίνονταν οι γάμοι, τα γεννητούρια, οι βαπτίσεις, τα γλέντια, οι θάνατοι, τα μοιρολόγια. Η κατασκευή πύργων στη Μάνη, συνεχίστηκε ως τα τέλη σχεδόν του 19ου αι. και σταμάτησε καθώς η κρατική εξουσία επιβλήθηκε σιγά - σιγά και αντικατέστησε το πατριαρχικό καθεστώς της περιοχής. Ορισμένοι από αυτούς έχουν επιλεγεί για τη στέγαση Μουσείων, όπως η Πυργοκατοικία των Μαυρομιχαλαίων στο Λιμένι. Στη Μάνη εκτός από το ιστορικό κάστρο της Μαΐνης ήταν και μία σειρά από μικρότερα φρούρια που μέχρι τις ημέρες μας λέγονται καστρία. Από αυτά άλλα είναι μεγαλύτερα και έδρες των παλαιών
βυζαντινών Κόμητων ή αργότερα των Τοπαρχών, και άλλα μικρότερα και εμπροσθοφυλακές ή Βάρδιες του κάστρου της Μαΐνης ή των καστρίων.

Ο Ταΰγετος με τις πολλές του ιδιαιτερότητες είναι ένα από τα ομορφότερα βουνά της Ελλάδας και το διασημότερο της Πελοποννήσου. Στην αντίληψη όσων τον γνωρίζουν κατέχει το χαρακτήρα του φυσικού συμβόλου. Αγιασμένο μέσα στους αιώνες και αυτόνομο στην Τουρκοκρατία γέννησε καπεταναίους και αγωνιστές. Σύμφωνα με το ποιητή Νικηφόρο Βρεττάκο, συναντάς «το ερωτικό σμίξιμο του Ήλιου και της Πέτρας». Είναι το βουνό που χωρίζει και ενώνει δυο ιστορικές περιοχές, τη Μεσσηνία και τη Λακωνία.

Με πότισε γαλάζιο, αψύ αίμα, ήλιο και πράσινο
ως να μου δέσει την ψυχή όπως την πέτρα του
ως να χαράξει στην καρδιά μου τις βαθιές χαράδρες του
να σχηματίσει μες στη ζωή μου δώδεκα κορφές
να βγαίνω απάνω με μοναδικό μου όνειρο τον ήλιο.
Με δίψα μου μοναδική τον ήλιο.
Δίψα βαθιά σαν ωκεανό,
ψηλότερη κι απ’ το φεγγάρι.
Δίψα που να την λυπηθεί ο Θεός!
Γύρω τριγύρω στην καρδιά μου τα γεράνια στέφανα των γκρεμνών του
ρωγμές για ζώα, νεροσυρμές ελάτια κι αγριοπερίστερα.
Κ’ ένας αητός απάνω μου να σπαθίζει τα σύννεφα.
Κ’ ένας αητός απάνω μου να σκάφτει τις βροντές
Ζητώντας να ‘βρει μέσα τους ένα σπινθήρα!
Έτσι μου στάθηκε ο Ταΰγετος όσο να γεννηθούνε
Τα δυο παιδιά του Θεού μέσα μου: η Ποίηση και η Αγάπη!»

εκείνη με ιδιαίτερη αγάπη και σεβασμό δημιούργησε τούτο το αφιέρωμα για τον τόπο της, εγώ απλώς με μεγάλη χαρά και τιμή το φιλοξενώ στο blog μου.!
το Βαλεντάκι δημιουργεί υπέροχα βίντεο τα οποία μοιράζεται με όλους εμάς, θα την βρείτε στο κανάλι της στο youtube...εκεί εκτός του αφιερώματος στην ιδιαίτερη πατρίδα της έχει ανεβάσει και καταπληκτικές μουσικές.!
http://www.youtube.com/user/seliniiilios2
η Μάνη αντανακλά τον ψυχισμό των ανθρώπων που την κατοίκησαν και την κατοικούν μέχρι και σήμερα...ο λόγος της Μάνης είναι η ΣΙΩΠΗ...αυτή "ΜΙΛΑΕΙ" αυτή "ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ"..
ΠΕΤΡΑ και ΣΙΩΠΗ...ΤΟΛΜΗ και ΘΥΣΙΑ...Αυτή είναι η ιστορία της...αυτή η υπέροχη ιστορία είναι που προσελκύει το βλέμμα και καθηλώνει τη μνήμη όποιων νοιώσουν την ευλογία να τους φιλοξενήσει στα ιερά χώματά της.!!!
Βαλεντάκι μου, ευχαριστώ πολύ για την εμπιστοσύνη και την τιμή.!!!
Σαββόπουλε...καλύτερα πλέον να μασάς παρά να μιλάς.!
...το βιντεάκι το έβαλα για να γνωρίσει ο σπουδαίος έλλην καλλιτέχνης Σαββόπουλος, τη νεαρά Δανάη Παναγιωτοπούλου!
"Στην πόρτα, μας ρωτήσανε
αν έχουμε Μολότοφ
στην τσάντα σου είχες μόνο προκηρύξεις
από την άλλη τη μεριά..."
...έλεγα εδώ μέρες να γράψω για το θέμα αλλά πάντα κάτι προέκυπτε και το άφηνα γι' αργότερα...είπα λοιπόν να το κάνω σήμερα παίρνοντας αφορμή μια ανάρτηση που είδα στο "φατσό"
να ξεκινήσω με το αυτονόητο: όλοι οι άνθρωποι έχουν στόμα και κώλο, εξαρτάται όμως από το άτομο ποιό χρησιμοποιεί για να μιλήσει...ο Σαββόπουλος επέλεξε να μιλήσει με το δεύτερο.(!)

ο κύριος αυτός λοιπόν, δίνει συνέντευξη στον ANT1 και συγκεκριμένα στη δημοσιογράφο Μαρία Χούκλη στις 20 Φεβρουαρίου...η δημοσιογράφος τον ρωτά για το τί έφταιξε για την κρίση. “Δωροδοκηθήκαμε από τους πολιτικούς για να τους ψηφίζουμε” απαντά ο Σαββόπουλος και την επόμενη εμφανίζεται στο διαδίκτυο ανοιχτή επιστολή της ερμηνεύτριας Δανάης Παναγιωτοπούλου προς τον τραγουδοποιό, η οποία αναδημοσιεύεται στο press-gr
στις 2 του Μάρτη ο Σαββόπουλος απαντά με ύφος που όχι μόνο ξεπερνά τον εμετικό Πάγκαλο σε αλαζονεία και αμετροέπεια αλλά με ύφος που ξεπερνά κάθε άνθρωπο ο οποίος θεωρεί ούτε λίγο ούτε πολύ τον εαυτό του ταμπού, μύθο, ανέγγιχτο, ημίθεο ή μήπως Θεό, τέλειο.!!!

«Ανοιχτή επιστολή στο Διονύση Σαββόπουλο ή μάλλον σε αυτούς που κατά δήλωσή του, τον έχουν δωροδοκήσει, και εξακολουθούν (υποθέτω εγώ) να τον δωροδοκούν.
Είναι αλήθεια ότι ο Διονύσης Σαββόπουλους βρήκε την ταυτότητά του στο ρόλο του παραμυθά. Παλιότερα κρατούσε για τον εαυτό του το ρόλο του κεντρικού ήρωα, τώρα όμως κύλησε ο τέντζερης και βρήκε αυτόν για καπάκι στο ρόλο του αφηγητή. Για να γίνει ο χρόνος καινούριος, για να γίνουμε, δηλαδή, εργατικά χρυσόψαρα. Στο πλαίσιο προώθησης των παραστάσεών που θα κάνει στο Ακροπόλ, μετά τη μεγάλη επιτυχία στο Μέγαρο Μουσικής, εμφανίστηκε ως άλλος Πάγκαλος σε πιο φιλική για το χρήστη συσκευασία για να μας πει ότι δωροδοκηθήκαμε από τους…
πολιτικούς, και το πρόβλημα είναι ότι τα χρήματα με τα οποία όλοι δωροδοκηθήκαμε ήταν δυστυχώς δανεικά και τώρα πρέπει να τα βρούμε και να τα δώσουμε πίσω.
Ωραία. Επειδή, λοιπόν, ο κύριος Σαββόπουλος γνωρίζει ότι η έννοια της συλλογικής ευθύνης ήταν ένα από τα καλύτερα εργαλεία των ναζί και δεν μπορεί να μπαίνει στο στόμα ενός καλλιτέχνη, ας ξεκινήσει το θεάρεστο και πατριωτικό του έργο βρίσκοντας και επιστρέφοντας όσα χρήματα πήρε από το Υπουργείο Αμύνης για να κάνει περιοδεία στα στρατόπεδα και γενικά όσα χρήματα χρειάστηκε η καθεστηκυία τάξη για να τον εξαγοράσει (για να πάψει, δηλαδή, να κάνει αυτό για το οποίο ο κόσμος τον έβαλε στα σπίτια του και στην καρδιά του) και ας τα επιστρέψει στο κράτος. Επίσης, αν γνωρίζει συναδέλφους του ή άλλους που έλαβαν τέτοιου είδους πεσκέσια να τους καταγγείλει δημόσια και να τους παροτρύνει να κάνουν το ίδιο. Γιατί ως γνήσιοι Έλληνες, οι πέντε νταβατζήδες που – κατά δήλωση του Κ. Καραμανλή junior – κυβερνάνε την Ελλάδα, συνηθίζουν να χορηγούν καλλιτεχνικά δρώμενα, είναι κάτι που ενδείκνυται ως μέθοδος ξεπλύματος χρημάτων και συνειδήσεων.
Κατά τα άλλα, όταν μιλάμε για τον ανώνυμο κόσμο, η λέξη δωροδοκία είναι ευφημισμός και εν τέλει ανακριβής για να περιγράψει τον τρόπο που διοίκησε το σύστημα του ΠαΣοΚ. Η λέξη εκβιασμός ταιριάζει καλύτερα. Κοιτάζοντας τα πράγματα από την απόσταση της επόμενης μέρας που πρέπει να παραδεχτούμε ότι ξημέρωσε, η πράσινη κάρτα του κόμματος από πολύ νωρίς κατέληξε να αποτελεί δήλωση πίστης ότι ο βασιλιάς δεν είναι γυμνός – στα καθ’ ημάς ότι ο βασιλιάς εξακολουθεί να σοσιαλίζεται – υπό την απειλή μιας πανταχού παρούσας λερναίας γραφειοκρατίας ικανής και πρόθυμης να σου κόψει τα πόδια και να σε κρατήσει για κατοικίδιο.
Η ιστορία αυτού του τόπου είναι ακόμα νωπή και δεν υπάρχει εμπεριστατωμένη καταγραφή. Ερίζουμε ακόμα για το 1821, τι να πούμε για τα πιο πρόσφατα. Κυκλοφορεί, όμως, προφορικά, και στην Ελλάδα, ευτυχώς, όλοι μιλάνε. Έχω συγκινηθεί και έχω διδαχτεί από τα τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου. Την επιστολή αυτή όμως, θα την κλείσω με έναν στίχο του Γιάννη Νεγρεπόντη. Δε θα περάσει ο φασισμός».
Δανάη Παναγιωτοπούλου
20/02/2011
...έξαλλος ο πάλαι ποτέ Νιόνιος ο επαναστάτης.(!)
επαναστάτης?????????!!!!!!!!!!!
καλά ντε, μη βαράτε όλοι μαζί...έτσι κι αλλιώς, στην Ελλάδα ό,τι δηλώσεις είσαι.!!!
ορμάει κι επιτίθεται λάβρος για να υπερασπιστεί…τί άραγε;
τη χαμένη υπόληψή του μάλλον...αυτή που έχασε ο δόλιος πρώτα με τα καραγκιοζιλίκια του "κουρέματος" στο Ολυμπιακό Στάδιο πριν πολλά χρόνια, μετά όταν έπαιρνε σβάρνα τα στρατόπεδα για να ψυχαγωγήσει δήθεν τους φαντάρους - δεν μας λες ρε Διονυσάκι επ' ευκαιρίας της αντιπαράθεσης, εσύ πού υπηρέτησες; έτσι για να γνωρίζουμε και μεις οι αδαείς...
ωωωωω!
θαύμα, θαύμα! ο επαναστάτης Νιόνιος δεν υπηρέτησε γιατί δεν του το επέτρεπε ΤΟΤΕ η επαναστατική του συνείδηση....
και τέλος η χοντρή ξεφτίλα του όταν στα γενέθλιά του πριν χρόνια το pop idol - χαχαχαχαχαχαχα - η Καλομοίρα "έσκασε μύτη" ωσάν άλλη Marilyn Monroe μέσα από μια τούρτα και μάλιστα πού; στο Ηρώδειο.(!!!!!)

«Με υπόδειξη φίλων διάβασα xθες στην PRESS-GR/ΔΗΜΑΓΩΓΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ όπως αυτοαποκαλείται, επιστολή ανάλογης έπαρσης και φιλαρέσκειας, από την άγνωστη σε ‘μενα – κι ούτε θέλω να τη μάθω - Δανάη Παναγιωτοπούλου κι αναγούλιασα.
Μολονότι κοντεύω πια τα εβδομήντα, μετά κόπου συγκρατώ τα νεύρα μου απέναντι σε ελεεινές και κατάφορα άδικες επιθέσεις και δεν θα ‘πρεπε να απαντήσω καν. Όμως η συκοφαντική επιστολή τής ας πούμε κυρίας Δανάης, εμπίπτει στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα.
Ανάγκη να βάλω ένα – δυο πραγματάκια στη θέση τους.
Όταν είπα στη Μαρία Χούκλη ότι «μας δωροδοκούσαν» χρησιμοποίησα τον πληθυντικό για να συμβάλλω, αλληλέγγυος, στην αυτογνωσία και αυτοσυνειδησία μας. Δεν έχω πάρει ποτέ ούτε δραχμή απ’ το Υπουργείο Αμύνης όπως ψευδέστατα ισχυρίστηκαν οι συκοφάντες μου. Και ενώ είχα φυσικά, δικαίωμα αμοιβής, έπαιξα δωρεάν για τους φαντάρους τότε, ακριβώς για να μη μπερδευτώ με τα σκατά, πράμα που εντέλει δεν απέφυγα, διότι ξεσήκωσαν σαχλό θόρυβο οι κιτρινιάρες εφημερίδες εκείνης της εποχής, ότι δήθεν τα πήρα.
Επενέβει ο εισαγγελέας, «έσκαψε» επί μήνες και εντέλει με αθώωσε, πανηγυρικά μπορώ να πω, αφού το ανακοίνωσαν όλα τα ραδιόφωνα. Φαίνεται ότι μερικοί υποανάπτυκτοι έκαναν πως δεν… άκουσαν.
Γράφει επίσης αυτή η Παναγιωτοπούλου, ότι «με εξαγόρασε η καθεστηκυία τάξη».
Τον κακό της τον καιρό.
Σαράντα έξι χρόνια δε ζήτησα ποτέ καμία επιδότηση από κανένα υπουργείο. Σιχαίνομαι τους κρατικοδίαιτους καλλιτέχνες. Μελαγχολώ με την επιχορηγούμενη τέχνη.
Τραγουδούσα πάντοτε όπως αισθανόμουν και όπως σκεπτόμουν, ανεξάρτητα απ’ το όποιο προσωπικό κόστος, όχι επειδή είμαι τάχα ανώτερος, αλλά επειδή δεν μπορώ να κάνω αλλιώς τη δουλειά μου. Σαράντα έξι χρόνια τώρα, παρ’ όλα τα φριχτά μου ελαττώματα και τις αδυναμίες, ήρθα σε σύγκρουση όταν χρειάστηκε, όχι μόνο με τη Χούντα αλλά και με τις λογοκρισίες των κομματικών γραφείων και με περισπούδαστους δημοσιογράφους, κάποιες φορές μάλιστα και με το ίδιο το αξιότιμο κοινό.
Ξέρετε άραγε πολλούς που να διακινδύνευσαν τέτοια πράγματα για την ελευθερία της έκφρασής τους; Αν ήθελα να ‘μαι το «καλό παιδί» και να τραγουδώ μόνο ότι «συμφέρει», σιγά το δύσκολο, θα με αποθεώνατε ανοήτως ακόμη· και όλοι θα ‘μασταν ευχαριστημένοι και ηλίθιοι.
Στην κρίση που περνάμε, κανείς δεν έχει δικαίωμα να λέει ότι η κρίση δεν τον αφορά και ότι ως συνήθως φταίνε μόνο και πάλι οι άλλοι. Διότι αυτός που δεν έκοψε απόδειξη κι αυτός με το αυθαίρετο κι αυτός που «έσπρωξε» για να διοριστεί το παιδί του, ενθαρρυνθήκανε εντέλει να συνδιαμορφώσουν λιγουλάκι κι αυτοί, την κόλαση που ζούμε τώρα.
Αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι συμφωνώ με το «μαζί τα φάγαμε», διότι η ευθύνη ανήκει σ’ αυτόν που είχε την δυνατότητα της πρόβλεψης. Κι ενώ την είχε, την παραμέρισε, μα από αδυναμία χαρακτήρος; Μα από κυνισμό; Μα από ιδιοτέλεια; Αδιάφορο.
Όταν η τράπεζα τραβούσε τον κόσμο απ’ το μανίκι να του δώσει δάνεια που δεν εξοφλούνται, δεν έφταιγε ο ανθρωπάκος που πήρε το δανειάκι· έφταιγε η τράπεζα. Όταν βούλιαζαν οι ΔΕΚΟ δεν έφταιγε ο υπάλληλος· έφταιγαν οι κυβερνήσεις και οι εργατοπατέρες. Όταν κάποιος αγρότης αγόραζε Καγιέν ή τα ‘τρωγε με τις Ρωσίδες, δεν έφταιγε ο αγρότης· έφταιγαν οι μαφίες που μοίραζαν τις επιδοτήσεις για τη μίζα τους.
Και για τις πελατειακές σχέσεις των κομμάτων εξουσίας χρόνια τώρα, δεν έφταιγε βέβαια ο ψηφοφόρος αλλά εκείνοι οι πολιτικοί που τον κηδεμόνευαν.
Αυτά εννοούσα όταν έλεγα «μας δωροδοκούσαν». Το ρήμα μπορεί να μην είναι ακριβές για όλες τις επιμέρους περιπτώσεις, διότι μιλώ πάντα σαν καλλιτέχνης και το είπα συμβολικά. Όλοι το καταλαβαίνουν αυτό, εκτός από μερικούς πνευματικούς κάφρους. Αν και είμαι βέβαιος, ότι κι αυτοί το καταλαβαίνουν αλλά βρήκαν την ευκαιρία να εφαρμόσουν πάλι την ναζιστική συνταγή του Γκαίμπελς: «Συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, όλο και κάτι μένει».
Μ’ αυτόν τον συγκεκριμένο φασισμό να δούμε τί μέλλει γενέσθαι.
Ο καθένας είναι ελεύθερος να διαφωνεί με το περιεχόμενο των τραγουδιών μου ή των συνεντεύξεών μου. Αυτό δεν του δίνει το δικαίωμα να διαδίδει συκοφαντικά ότι τάχα η έκφρασή μου δεν είναι πράξη ελεύθερης βούλησης αλλά εξαγορασμένης συνείδησης.
Κι όποιος το διαδίδει ενώ ξέρει ότι είναι ψέμα, είναι ή φασίστας ή επηρμένο τσογλάνι».
...αυτά, λοιπόν, τα γλαφυρά έγραψε ο Σαββόπουλος, κι εγώ θέλω να σταθώ στην πρόταση «Όμως η συκοφαντική επιστολή τής ας πούμε κυρίας Δανάης, εμπίπτει στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα».
Ώπα, μία του επαναστάτη Νιόνιου!
θυμήθηκε τον εισαγγελέα...γιατί άραγε;
μήπως για να κάνει τη χάρη στην "υψηλότητά" του ο εισαγγελέας να παρέμβει αυτεπάγγελτα για να προστατέψει τα ιερά και τα όσια της πατρίδας;
...έτσι έμαθες εσύ επαναστάτη μου να υπερασπίζεσαι την Άποψη;
δεν μας λες όμως "κύριε" Σαββόπουλε, τι να ψάξει ο εισαγγελέας και για ποιό λόγο ψέγεις την κυρία Παναγιωτοπούλου, εσύ, ο «ΚΩΛΟΕΛΛΗΝΑΣ»;
μα, ο ίδιος νιώθεις την ανάγκη να εξηγήσεις με 618 λέξεις - ουφ! επιτέλους, κατάφερα να τις μετρήσω μία μία - τι εννοούσες όταν έλεγες ότι: «Δωροδοκηθήκαμε από τους πολιτικούς για να τους ψηφίζουμε».
εεεεεεεε, τι σκατά παρεξηγήθηκες τότε όταν ακόμη κι ο ίδιος υποστηρίζεις τώρα ότι δεν εννοούσες αυτό που είπες, αλλά εννοούσες 618 λέξεις που ΔΕΝ είπες;
όμως και αυτά που λέει τώρα δε θυμίζουν σε τίποτα τον Σαββόπουλο που κάποτε τραγουδήσαμε...αυτά που λέει προσπαθώντας να εξηγήσει πόσο κοντά είναι στο λαό και τα βάσανά του, δεν απέχουν σε τίποτα από τα παραμυθάκια που παίζει στο Μέγαρο Μουσικής.
γιατί άραγε συγχύζεται «παρότι κοντεύει πια τα εβδομήντα»; κοντεύοντας τα εβδομήντα, θα έπρεπε να είναι πιο ευγενικός κατ’ αρχήν με τον εαυτό του και δεύτερον να σέβεται τους άλλους....δε θυμίζει σε τίποτα άνθρωπο που κοντεύει τα εβδομήντα, η πλήρους έπαρσης δήλωση «από την άγνωστη σε ‘μενα – κι ούτε θέλω να τη μάθω - Δανάη Παναγιωτοπούλου», ούτε τα ευτελή «τής ας πούμε κυρίας Δανάης».
δικαίωμα του καθενός είναι να μη θέλει να μάθει την κυρία Παναγιωτοπούλου ή όποιον άλλον....όμως, αγαπητέ, αν δεχτούμε ότι δεν θες να τη γνωρίσεις τότε δεν της απαντάς...αν, αποφασίσεις να απαντήσεις σε κάποιον, τότε θα πρέπει να ξέρεις σε ποιον απαντάς, απλό και αυτονόητο...διαφορετικά είσαι πιο ελαφρύς κι από το πούπουλο....όμως "αγαπητέ" Διονύση τα γεράματα είναι βαριά και δεν επιτρέπουν πουπουλιές.!
θα σταθώ και στο σημείο όπου ο Σαββόπουλος δηλώνει: «Σιχαίνομαι τους κρατικοδίαιτους καλλιτέχνες. Μελαγχολώ με την επιχορηγούμενη τέχνη».
μα, ελάτε τώρα αγαπητέ, μνήμη έχουμε, άλλο αν εσείς την έχετε απωλέσει.!
εσύ δεν ήσουν που έκανες την εκπομπή «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» στην Κρατική τηλεόραση;
τζάμπα την έκανες;
για τη φουκαριάρα τη μάνα σου, υποθέτω...μέχρι και δίσκο είχες βγάλει τότε και μεις τα κορόϊδα τα 'χαμε σκάσει κανονικά για να τον αγοράσουμε...δε μας λες ρε Διονυσάκι, τα λεφτά δεν μπήκαν στην τσεπάρα σου, μήπως τα χάρισες σε κάποιο κοινωφελές ίδρυμα το οποίο αγνοώ;
ο Σαββόπουλος που έχει κάνει δεύτερο σπίτι του το Μέγαρο Μουσικής - του νταβατζή της Τέχνης, Λαμπράκη - σιχαίνεται λέει τις επιχορηγήσεις,
μιλάμε το καλύτερο ανέκδοτο by far...
μα, μόλις προχθές αποφάσισαν οι πολιτικοί της κρατικοδίαιτης Τέχνης να μας χρεώσουν άλλα 95 εκατομμύρια ευρώ για να μπορεί να λειτουργεί το Μέγαρο...
μήπως κι εκεί τραγουδάς δωρεάν;
αν ναι, να μας το πεις να σου ζητήσουμε συγνώμη, αλλά - πάντα υπάρχει τελικά ένα "αλλά" και η απορία εύλογη...
πως ζει με τόσα δωρεάν; ή εν πάση περιπτώσει, για να βοηθήσουμε και λίγο τα οικονομικά του, πόσα θέλει για να μας τρελάνει ο Σαββόπουλος;
να του τα δώσουμε, να κάνουμε έναν έρανο ρε αδερφέ...τόσοι και τόσοι γίνονται κάθε χρόνο...ε! ας κάνουμε κι έναν για τον "δεν πληρώνομαι" επαναστάτη Σαββόπουλο.(!)
κάπως θα πρέπει να ζήσει κι αυτός, έστω κι αν απέχει πάρα μα πάρα πολύ από το να θεωρηθεί σπουδαίος καλλιτέχνης...τέτοιος κατά την ταπεινή μου άποψη ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις...
μην τα ισοπεδώσουμε όλα σε τούτη τη χώρα, αν και νομίζω ότι πολύ θα τον βόλευε μια ισοπέδωση....
...καληνύχτα "αγαπητέ" Διονύση
ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ ΝΙΟΤΗ ΠΟΥ ΛΕΓΕΣ ΠΩΣ ΘΑ ΓΙΝΟΜΟΥΝ ΑΛΛΟΣ
...έγραψε ο ποιητής αλλά επειδή εγώ δεν είμαι ποιήτρια, σου λέω:
ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΜΑΣΑΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΜΙΛΑΣ
....δυστυχώς αγαπητέ Νιόνιο, το άτιμο...ΔΕΝ ΕΡΧΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟΥ.!!!
Νίκος Ξυλούρης - Αφιέρωμα
«... Πήρα το δρόμο της σποράς»

σβήνω κυλώντας στα νερά.
Ανέβηκα στην κορυφή της συννεφιάς
σαλτάροντας με τις τριχιές
του λιβανιού,
πήρα το δρόμο της σποράς.
Κοιμήθηκα στο προσκεφάλι
του σπαθιού,
είχα τον ύπνο του λαγού.
Αγνάντευα την πυρκαγιά
της θεμωνιάς
αμίλητος την ώρα της συγκομιδής,
πήρα ταγάρι ζητιανιάς.
Αντάμωσα τον χάρο της ξερολιθιάς,
το άλογο στ' αλώνι να ψυχομαχεί,
πήρα ταγάρι ζητιανιάς.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Η οικογένεια του Ξυλούρη ήταν φτωχή και γενικά τα χρόνια εκείνα του 1930 ήταν δύσκολα για τους Ανωγιανούς. Λίγο το λάδι, λίγο το ψωμί, ο τόπος ξερός για να φυτέψεις, να ποτίσεις και το χωριό εντελώς κατεστραμμένο. Σ’ αυτή τη γωνιά της γης ο Νίκος Ξυλούρης κάνει τα πρώτα του βήματα.


Όπως ο ίδιος αφηγούνταν, στην αρχή τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα.
« ... Εις τα ορεινά χωριά της Κρήτης δεν ημπορούσε να εισχωρήσει αυτό που εισχώρησε στις πόλεις. Εκεί χόρευαν ταγκά, βαλς, ρούμπες, σάμπες και είμαστε υποχρεωμένοι εμείς να τα μαθαίνουμε αυτά τα τραγούδια, να τα παίζουμε στα πανηγύρια και στους γάμους, για να μπορούμε να ζήσουμε και ‘μεις, να βγάλουμε τα έξοδα μας και να τους κάνουμε σιγά - σιγά ν΄ αλλάξουνε και να αγαπήσουνε την κρητική μουσική».
Τέλη του 1958 έρχεται η πρώτη ηχογράφηση. Είναι το τραγούδι "Κρητικοπούλα μου" ("μια μαυροφόρα όταν περνά"). Λίγο νωρίτερα είχε παντρευτεί την Ουρανία Μελαμπιανάκη, κόρη ευκατάστατης οικογένειας του Ηρακλείου. Εγκαθίστανται στο Ηράκλειο και το 1960 έρχεται στον κόσμο το πρώτο τους παιδί, ο Γιώργος και έξι χρόνια μετά το δεύτερο, η Ρηνιώ.

H φωνή του Ξυλούρη στην καρδιά της χούντας γίνεται σημαία αντίστασης.
Το 1972 κυκλοφορεί η «Ιθαγένεια», του Γ. Μαρκόπουλου σε στίχους K. X. Μύρη.
Συμμετέχει στο «Διάλειμμα», πάντα σε μουσική του Μαρκόπουλου και στίχους των K. X. Μύρη, Μ. Ελευθερίου, Γ. Σκούρτη, Ερ. Θαλασσινού και του συνθέτη, ενώ συνεργάζεται με τον Σταύρο Ξαρχάκο στο άλμπουμ «Διόνυσε Καλοκαίρι Μας».

“Το Μεγάλο μας Τσίρκο” είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό, και λόγω της μεγάλης προσέλευσης των θεατών οι παραστάσεις στο “Αθήναιον” χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων ως οι ” μαζικότερες – μέχρι το Πολυτεχνείο – πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας”. Σύντομα οι λογοκριτές της χούντας κατάλαβαν ότι το έργο δεν ήταν μια απλή κωμωδία αλλά περνούσε στον κόσμο αντιδικτατορικά μηνύματα και -αποφασίζωμεν και διατάσσωμεν - σταμάτησαν τις παραστάσεις. Οι πρωταγωνιστές του έργου συνελήφθησαν και η Τζένη Καρέζη κλείστηκε στη φυλακή για τρεις μήνες.. Το έργο ανεβαίνει ξανά από τον ίδιο θίασο μετά την πτώση της χούντας σε Αθήνα και επαρχία και γνωρίζει και πάλι τεράστια επιτυχία.



Η μπαλάντα του κυρ Μέντιου
Δε λυγάνε τα ξεράδια
και πονάνε τα ρημάδια!
Kούτσα μια και κούτσα δυο,
της ζωής το ρημαδιό.
Mεροδούλι, ξενοδούλι!
Δέρναν ούλοι: αφέντες, δούλοι·
ούλοι: δούλοι, αφεντικό
και μ' αφήναν νηστικό.
Tα παιδιά, τα καλοπαίδια,
παραβγαίνανε στην παίδεια,
με κοτρώνια στα ψαχνά,
φούχτες μύγα στ' αχαμνά!
Aνωχώρι, Kατωχώρι,
ανηφόρι, κατηφόρι
και με κάμα και βροχή,
ώσπου μού βγαινε η ψυχή.
Eίκοσι χρονώ γομάρι
σήκωσα όλο το νταμάρι
κ' έχτισα, στην εμπασιά
του χωριού, την εκκλησιά.
Kαι ζευγάρι με το βόδι
(άλλο μπόι κι άλλο πόδι)
όργωνα στα ρέματα
τ' αφεντός τα στρέμματα.
Kαι στον πόλεμ' όλα για όλα
κουβαλούσα πολυβόλα
να σκοτώνονται οι λαοί
για τ' αφέντη το φαΐ.
Kαι γι' αυτόνε τον ερίφη
εκουβάλησα τη νύφη
και την προίκα της βουνό,
την τιμή της ουρανό!
Aλλ' εμένα σε μια σφήνα
μ' έδεναν το Mάη το μήνα
στο χωράφι το γυμνό
να γκαρίζω, να θρηνώ.
Kι ο παπάς με την κοιλιά του
μ' έπαιρνε για τη δουλειά του
και μου μίλαε κουνιστός:
― Σε καβάλησε ο Xριστός!
Δούλευε για να στουμπώσει
όλ' η Xώρα κ' οι Kαμπόσοι.
Mη ρωτάς το πώς και τί,
να ζητάς την αρετή!
― Δε βαστάω! Θα πέσω κάτου!
― Nτράπου! Tις προγόνοι ντράπου!
― Aντραλίζομαι!... Πεινώ!...
― Σουτ! Θα φας στον ουρανό!
K' έλεα: όταν μιαν ημέρα
παρασφίξουνε τα γέρα,
θα ξεκουραστώ κ' εγώ,
του θεού τ' αβασταγό!
Όχι ξύλο! Φόρτωμα όχι!
Θα μου δώσουνε μια κόχη,
λίγο πιόμα και σανό,
σύνταξη τόσω χρονώ!
Kι όταν ένα καλό βράδι
θα τελειώσει μου το λάδι
κι αμολήσω την πνοή
(ένα πουφ! είν' η ζωή),
η ψυχή μου θενά δράμει
στη ζεστή αγκαλιά τ' Aβράμη,
τ' άσπρα, τ' αχερένια του
να φιλάει τα γένια του!...
Γέρασα κι ως δε φελούσα
κι αχαΐρευτος κυλούσα,
με πετάξανε μακριά
να με φάνε τα θεριά.
Kωλοσούρθηκα και βρίσκω
στη σπηλιά τον Άη Φραγκίσκο:
-"Xαίρε φως αληθινόν
και προστάτη των κτηνών!
Σώσε το γέρο κυρ Mέντη
απ' την αδικιά τ' αφέντη
συ που δίδαξες αρνί
τον κυρ λύκο να γενεί!
Tο σκληρόν αφέντη κάνε
από λύκο άνθρωπο κάνε!..."
Mα με την κουβέντ' αυτή
πόρτα μού κλεισε κι αφτί.
Tότενες το μαύρο φίδι
το διπλό του το γλωσσίδι
πίσου από την αστοιβιά
βγάζει και κουνάει με βια:
― "Φως ζητάνε τα χαϊβάνια
κι οι ραγιάδες απ' τα ουράνια,
μα θεοί κι οξαποδώ
κει δεν είναι παρά δω.
Aν το δίκιο θες, καλέ μου,
με το δίκιο του πολέμου
θα το βρείς. Oπού ποθεί
λευτεριά, παίρνει σπαθί.
Mη χτυπάς τον αδερφό σου -
τον αφέντη τον κουφό σου!
Kαι στον ίδρο τον δικό
γίνε συ τ' αφεντικό.
Άιντε θύμα, Άιντε ψώνιο,
Άιντε Σύμβολον αιώνιο!
Aν ξυπνήσεις, μονομιάς
θά ρθει ανάποδα ο ντουνιάς.
Kοίτα! Oι άλλοι έχουν κινήσει
κι έχ' η πλάση κοκκινήσει
κι άλλος ήλιος έχει βγει
σ' άλλη θάλασσα, άλλη γη.

Στο συμπλήρωμα του χρόνου, μετά τη νομοτελειακή σχεδόν επικράτεια της ευτέλειας και της επιπολαιότητας, η φωνή του παραδίδει ξανά μαθήματα ήθους και ειλικρίνειας, επαναφέρει στο προσκήνιο την Ελλάδα, που ψάχνει, στα τυφλά αλλά μανιωδώς, να δασκαλέψει τα παιδιά της στους χαλεπούς καιρούς που την τυραννούν. Και τούτο, γιατί δεν είδε το τραγούδι σαν επάγγελμα, το έβλεπε, έλεγε, ως γιακιλίκι και ερμήνευε ευθύς τη λέξη: έρωτας και πάθος, γιατί το κρητικό τραγούδι, συνήθιζε να λέει, είναι ταυτόχρονα κοινωνικό κι ερωτικό.

Πώς αλλιώς, ε; (!)
«έβαλε ο Θεός σημάδι παλικάρι στα Σφακιά»...
Ήρθε κι έφυγε, σαν φλόγα σπινθήρισε, φούντωσε, έλαμψε, έσβησε. Έτσι, λίγο διαρκούν οι δυνατές φλόγες. Ήταν, χωρίς ίσως να το θέλει η συνείδηση της Κρήτης...
...είχα την τιμή, την τύχη και το προνόμιο σε μικρή ηλικία όταν ερχόμασταν διακοπές στην Ελλάδα να γνωρίσω προσωπικά το Νίκο Ξυλούρη, το Νικόλα για μας...θυμάμαι έναν άντρα αγέρωχο, λεβέντη, σεμνό, ταπεινό στις εκδηλώσεις λατρείας και θαυμασμού...μ' ένα βλέμμα καθάριο, το πιο καθαρό βλέμμα που έχω δει ποτέ σε άνθρωπο...όλα αυτά τότε δεν τα πολυκαταλάβαινα κι αν θέλετε με ξένιζαν κιόλας, ίσως να τα θεωρούσα και υπερβολικά γιατί για μένα ο Νικόλας δεν ήταν το είδωλο, ο αγωνιστής, ο ιδεολόγος ήταν απλά ο Νικόλας, ο φίλος της οικογένειας...αργότερα μεγαλώνοντας κι εντρυφώντας στη ζωή και το έργο του, μπόρεσα να καταλάβω και να δικαιολογήσω όλα όσα συνέβαιναν τότε και να μακαρίζω την τύχη μου γιατί το μόνο που αξίζει τελικά στη ζωή όσο ψηλά κι αν βρίσκεται κανείς είναι να παραμένει...ΑΝΘΡΩΠΟΣ.!