Πεντοζάλι



Το Πεντοζάλι ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών και χορεύεται σ’ όλη την Κρήτη, ενώ χορεύτεται κυρίως στην ανατολική Κρήτη. Χορεύεται μόνο από άνδρες και γι’ αυτό τον αποκαλούν «αντρίστικο» χορό. Τον χορεύουν σε μικρές ομάδες, πιασμένοι σφιχτά από τους ώμους, με πεταχτούς διασκελισμούς και συνεχόμενες εναλλαγές. Το ύφος του θυμίζει απομεινάρια πανάρχαιας μορφής πολεμικού χορού, άποψη που ενισχύεται από την παρατήρηση ότι μέχρι πριν από λίγα χρόνια χορευόταν από άνδρες οπλισμένους. Ο γρήγορος πεντοζάλης δεν συνοδεύεται από μαντινάδες. Η προτίμηση όμως της κοινότητας γι’ αυτόν, οδήγησε στη δημιουργία αρκετών δίστιχων που αναφέρονται στο χορό:

«Άλλο χορό δεν ’ρέγουμαι, ωσάν τον Πεντοζάλη

που πάει τρία ζάλα εμπρός και δυό γιαγέρνει πάλι.»

Ο χορός αποτελείται από οκτώ βήματα που εκτελούνται ως εξής:

1: Το αριστερό πόδι έρχεται σε προεκβολή προς το κέντρο με δύναμη στα δάχτυλα και με το γόνατο ελαφρά λυγισμένο. 2: Το δεξί πόδι λυγισμένο ελαφρά πίσω, έρχεται μπροστά και αγγίζει με την καμάρα του λίγο ψηλότερα από τη φτέρνα του αριστερού. 3: Το δεξί πόδι πατά πίσω στη θέση του, ενώ συγχρόνως το αριστερό υψώνεται ελαφρά, λυγισμένο μπροστά. 4α: Το αριστερό πόδι εκτελεί βήμα αριστερά και λίγο πίσω, με δύναμη στα δάκτυλά του που στρέφουν αριστερά. 4β: Το δεξί πόδι, βήμα αριστερά στα δάκτυλά του, στραμμένα αριστερά. Συγχρόνως το αριστερό πόδι ανασηκώνεται ελαφρά λυγισμένο πίσω.

5: Το αριστερό πατά πάλι στη θέση του. 6α: Το δεξί βήμα δεξιά και λίγο πίσω στα δάκτυλα, που στρέφουν προς το κέντρο. 6β: Το αριστερό πόδι βήμα δεξιά στα δάκτυλά του που στρέφουν προς το κέντρο.. Συγχρόνως το δεξί πόδι ανασηκώνεται ελαφρά λυγισμένο πίσω. 7: Το δεξί πόδι πατά πάλι στη θέση του. 8: Αναπήδηση στο δεξί με άρση του αριστερού μπροστά λυγισμένου.

Το μέτωπο είναι στραμμένο αριστερά στα βήματα 4 και 5, δεξιά στα βήματα 6 και 7, ενώ προς το κέντρο κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των υπόλοιπων βημάτων.

http://paroutsas.jmc.gr/dances/crete/pentozal.htm

«ΠΕΝΤΟΖΑΛΙ, ένας χορός μια ιστορία.»
Πολλά λέγονται και γράφονται για το πεντοζάλι, τον πιο δημοφιλή χορό της Κρήτης. Δυστυχώς, τα περισσότερα από αυτά είναι αυθαίρετα, στερούνται επιστημονικής τεκμηρίωσης και αποκρύπτουν την ιστορική αλήθεια, η οποία πλέον στους περισσότερους φαίνεται απίστευτη.
Και έτσι γεννάται το ερώτημα: Είναι η άγνοια κάποιων ανθρώπων εκείνη που δημιούργησε τη σύγχυση των απόψεων σχετικά με το ιστορικό αυτού του χορού ή κάποια δυσερμήνευτη σκοπιμότητα; Ας δούμε, όμως, τι επικαλείται η πλουσιότατη προφορική παράδοση των δυτικών επαρχιών της Κρήτης σχετικά με τη δημιουργία (ή διαμόρφωση) του χορού κι αν υπάρχουν στοιχεία που την ισχυροποιούν, καθιστώντας την απόηχο ιστορικών γεγονότων. Μια παράδοση με την οποία ελάχιστοι ασχολήθηκαν, αγνοώντας ή περιφρονώντας την αξία της.
Ας μην ξεχνάμε ότι για την αξία της προφορικής παράδοσης στην εθνομουσικολογία ο αείμνηστος Roberto Leydi* (Καθηγητής Εθνομουσικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια), που επί δεκαετίες μελετούσε τη μουσική παράδοση της Κρήτης, έγραφε: «Πρέπει να χρησιμοποιείται η προφορική παράδοση, διότι βοηθάει να διασωθούν περισσότερες πληροφορίες. Οι διηγήσεις των οργανοπαικτών, ακόμα κι όταν μοιάζουν μυθολογικές, περιέχουν πάντα κάποια στοιχεία αληθινά. Το πρόβλημα είναι ότι εμείς πρέπει να ανακαλύψουμε ποιά είναι η ιστορική λογική. Όμως ακόμα και τα φαινομενικά πιο παράδοξα πράγματα σχεδόν πάντα είναι αληθινά. Πολύ συχνά οι εθνομουσικολόγοι δεν αντιλαμβάνονται πόσο σημαντικά είναι τα γεγονότα που διηγείται ο κόσμος.»
Σύμφωνα, λοιπόν, με την προφορική παράδοση, ο χορός διαμορφώθηκε την περίοδο της Επανάστασης του Δασκαλογιάννη (1770-71), αποκτώντας συμβολισμούς στην ονομασία, το βηματισμό, τη μουσική και το εθιμοτυπικό του, σχετικούς με πρόσωπα και γεγονότα της εποχής εκείνης. Ας δούμε πως μπορεί να έγινε αυτό.


Η ΙΣΤΟΡΙΑ

Ως γνωστόν, η πρώτη επαναστατική απόπειρα των Κρητικών για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού έγινε το 1770, περίπου 100 χρόνια μετά την επικράτηση των Τούρκων στην Κρήτη (1669). Η επανάσταση αυτή εντάσσεται στα «Ορλοφικά». Έτσι είναι περισσότερο γνωστή η αποτυχημένη εξέγερση των Ελλήνων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1770, που υποκινήθηκε από τους Ρώσους, οι οποίοι βρίσκονταν σε πόλεμο με τους Τούρκους από το 1768.
Οι απεσταλμένοι της αυτοκράτειρας Αικατερίνης Β’ της Ρωσίας, της επονομαζόμενης Μεγάλης, και κυρίως οι ευνοούμενοι της τσαρίνας αδελφοί Ορλόφ, οι οποίοι διαβεβαίωναν ότι οι Ρώσοι ήταν αποφασισμένοι να ελευθερώσουν τους Έλληνες, έπεισαν τους τελευταίους να επαναστατήσουν.
Την πεποίθηση ότι η ελευθερία θα ερχόταν από τους Ρώσους ενέπνευσε στον ελληνικό λαό την περίοδο εκείνη και το γνωστό χρησμολογικό κείμενο με τον τίτλο «Αγαθάγγελος», που κυκλοφορούσε ευρύτατα τον
18o αιώνα και έλεγε ότι το γένος των Ελλήνων θα ελευθερωθεί από τους Αγαρηνούς με τη βοήθεια του ξανθού γένους, δηλαδή των Ρώσων.
Ανάμεσα σε αυτούς που πίστεψαν τις άφθονες υποσχέσεις των Ορλόφ ήταν και ο Ιωάννης Βλάχος(1) ή Δασκαλογιάννης, εύπορος έμπορος και πλοιοκτήτης από την Ανώπολη Σφακίων, που ταξίδευε συχνά στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα.
Ο Δασκαλογιάννης, μορφωμένος και δυναμικός, ήταν ηγετική φυσιογνωμία στα Σφακιά, εξασκώντας μεγάλη επιρροή στους συμπατριώτες του, που τον αποκαλούσαν «Δάσκαλο». Ο Δάσκαλος ο Γιάννης έγινε, λοιπόν, Δασκαλογιάννης και ως «Επανάσταση του Δασκαλογιάννη» έμεινε στην ιστορία η εξέγερση που υποκίνησε, χρηματοδότησε και οργάνωσε στην Κρήτη το 1770.
Κατά τη λαϊκή πίστη, και όπως αυτή καταγράφηκε από το σπουδαίο μουσικό Κωστή Παπαδάκη ή Ναύτη* (1920-2003), ο οποίος διέσωσε τις μαρτυρίες παλαιότερων μουσικών και χορευτών, όπως του Νικόλαου Κατσούλη ή Κουφιανού (1877-1947), του Βασίλη Παπαδάκη ή Κοπανίδη (1880-1949), του Ανδρέα Μαριάνου (1865-1930) και άλλων, στα μέσα του 1769, ο Δασκαλογιάννης, σύμφωνα με μια παλαιότατη συνήθεια, που επικρατούσε στο νομό Χανίων, κατά την οποία σε διάφορα σημαντικά γεγονότα αφιερώνονταν νέες μουσικές, τραγούδια ή χοροί, ζήτησε από τον περίφημο βιολάτορα την εποχής εκείνης Στέφανο Τριανταφυλλάκη ή Κιώρο από το Γαλουβά Λουσακιών Κισσάμου να ετοιμάσει έναν «πυρρίχιο» χορό ειδικά γραμμένο για το πέμπτο ζάλο (βήμα), δηλαδή, όπως λέγεται, για την πέμπτη κατά σειρά ευκαιρία που σύντομα θα παρουσιαζόταν για την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους.
Πίσω από τον αριθμητικό προσδιορισμό αυτό, που γεννά το ερώτημα για το ποιες ήταν οι τέσσερις προηγούμενες απόπειρες - ευκαιρίες, ίσως να κρύβονται οι δύο προσπάθειες ανακατάληψης της Κρήτης από τους Ενετούς, στα 1684 και 1692 και οι δύο προηγούμενοι Ρωσο-τουρκικοί πόλεμοι στα 1710-12 και 1735-39, κατά τους οποίους οι Κρητικοί έλπιζαν για απελευθέρωση, καθώς ο Μέγας Πέτρος και η αυτοκράτειρα Άννα της Ρωσίας με επιστολές και απεσταλμένους, αντίστοιχα, υποσχόμενοι βοήθεια, είχαν προσπαθήσει και τότε να ξεσηκώσουν τον ελληνικό λαό σε επανάσταση εναντίον των Τούρκων.
Είναι, επίσης, πιθανόν ο Δασκαλογιάννης να έκανε λόγο για πέμπτο ζάλο επειδή είχε στο μυαλό του τις τέσσερις προηγούμενες επαναστάσεις, στις οποίες είχαν εμπλακεί οι Σφακιανοί και είναι δυνατόν να είχαν διατηρηθεί στη μνήμη τους, αφού βρίσκουμε σχετικές αναφορές στα ιστορικά κείμενα.(2) α) Του Αλέξιου Καλλέργη (1283-1299), στην οποία έλαβαν μέρος οι Σφακιανοί, β) της Χρυσομαλλούσας στα 1319, που ξεκίνησε από τους Σφακιανούς, γ) την αποστασία του Αγίου Τίτου – εξέγερση Καλλεργών (1363-1367), στην οποία συμμετείχαν οι Σφακιανοί και δ) τον Ορνιθοπόλεμο στις αρχές του 16ου αιώνα, που είχε αφετηρία τα Σφακιά.
Κατά τη προφορική παράδοση, πάντοτε, ο Κιώρος πήγε στην Ανώπολη κι έμεινε έξι μήνες, μέχρι την έναρξη της εξέγερσης. Με βάση την πανάρχαιη κρητική μουσική συνέθεσε τη μελωδία (ή διαμόρφωσε κάποια προϋπάρχουσα)(3) για τον καινούριο χορό, ο οποίος σύμφωνα με τις υποδείξεις του Δασκαλογιάννη έπρεπε να έχει δώδεκα μουσικούς σκοπούς και δέκα βήματα, γιατί δώδεκα ήταν οι επικεφαλείς της Επανάστασης, η οποία αποφασίστηκε να γίνει στη συνέλευση της δημογεροντίας Σφακίων στις 10 δεκάτου (Οκτωβρίου) του 1769. Στο χορό έδωσαν το όνομα πεντοζάλι (το), και όχι πεντοζάλης (ο)(4), γιατί όπως είπαμε συμβόλιζε το πέμπτο βήμα (εγχείρημα ή ελπίδα) των Κρητικών για απελευθέρωση από τους Τούρκους.
Πράγματι, από τους ιστορικούς μαθαίνουμε ότι οι πρώτες συγκρούσεις των Σφακιανών με τους Τούρκους έγιναν το Πάσχα του 1770 (αρχές Απριλίου). Γνωρίζουμε, επίσης, ότι οι επαναστατικές προετοιμασίες άρχισαν τους πρώτους μήνες του 1769 με πρωτοβουλία του Δασκαλογιάννη και ότι το Φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, έξι μήνες πριν την επίσημη έναρξη της εξέγερσης, συνεπώς περί το μήνα Οκτώβριο, οι συμπατριώτες του, παρά τους κάποιους δισταγμούς τους, συμφώνησαν για την επανάσταση. Συνεπώς, ο συσχετισμός των δέκα βηματισμών του χορού με τον δέκατο μήνα του χρόνου ευσταθεί ιστορικά.
Επιπροσθέτως, το περιεχόμενο μιας επιστολής(5) με φερόμενο αποστολέα το Δασκαλογιάννη και παραλήπτη τον Κιώρο φανερώνει τη δι’ αλληλογραφίας επικοινωνία των δύο ανδρών και ενισχύει τη λαϊκή πίστη περί του χορού, καθώς κεκαλυμμένα γίνεται λόγος για πέμπτο ζάλο και δώδεκα κουμπάρους, υπονοώντας το επικείμενο κίνημα και τους δώδεκα αρχηγούς του.
Υπήρξαν, όμως, πράγματι οι δώδεκα καπετάνιοι της εξέγερσης και ποιοι ήταν αυτοί;

Απάντηση στο ερώτημα αυτό παίρνουμε, κατ΄ αρχήν, μέσα από την επιβίωση μιας παλιάς συνήθειας των κατοίκων της επαρχίας Κισσάμου, οι οποίοι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’60 όταν χόρευαν πεντοζάλι, στην αρχή κάθε μουσικής φράσης της μελωδίας του χορού, φώναζαν το όνομα του καπετάνιου στον οποίο αντιστοιχούσε ο σκοπός, τιμώντας έτσι τη μνήμη του Δασκαλογιάννη, των βασικών συνεργατών του και της εξέγερσής των. Ο Μανόλης Μπομπολάκης* από τα Παλαιά Ρούματα Κισσάμου το θυμάται αυτό στα τέλη της δεκαετίας του 50’, παιδί τότε, σε ένα γλέντι στην Αγία Ειρήνη Σελίνου. Να τονίσουμε ότι η συνήθεια αυτή βοήθησε σημαντικά στη διατήρηση της σχετικής περί του χορού παράδοσης, διασφαλίζοντας, παράλληλα, τα στοιχεία για την κατάδειξη της ιστορικότητάς της.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, παλαιές και σύγχρονες, ζωντανές, τα ονόματα των οπλαρχηγών και η σειρά με την οποία τα φώναζαν ήταν: Δασκαλογιάννης, Πρωτόπαππας, Πατερογιώργης, Μορανδρουλής ή Κουτρουμπάς, Χούρδος, Δασκαλογιωργάκης ή Σαπώλης, Μανούσακας, Στρατικομανούσος ή Κούτσουμπας, Βουρδουμποστρατής ή Μπούρμπαχης, Σκορδυλογιώργης, Μπονατομανούσος, Βάρδακας ή Ανδρουλιός.
Αλλά και από τα λόγια ενός χρονολογημένου ριζίτικου τραγουδιού που αναφέρεται στην πρόσκληση για επαναστατική σύσκεψη στα Σφακιά πριν την έναρξη της εν λόγω εξέγερσης, αποκαλύπτονται οι οικογένειες και η καταγωγή των προαναφερθέντων πρωτεργατών και ισχυροποιείται η σχετική προφορική παράδοση για το πεντοζάλι.


Δασκαλιανοί στον Πατσιανό και Παττακοί στη Νίμπρο,
οι Βλάχοι στην Ανώπολη κι οι Μοριανοί στ’ Ασκύφου,
στ΄ Ασφένδου Δεληγιάννηδες και στα Σφακιά Στρατίκοι,
Μπονάτοι στην Αράδαινα, Σκορδύληδες στο Μούρι,
Πάτεροι στην Ανώπολη, Χούρδοι στον Αϊ Γιάννη,
ελάτε στον Ομπρόσγιαλο».


Εντυπωσιακή, όμως, είναι η ιστορική επιβεβαίωση των παραπάνω ονομάτων, που έρχεται μέσα από τα κείμενα του Σφακιανού ιστορικού Γρηγόρη Παπαδοπετράκη*, ο οποίος στο έργο του «Ιστορία των Σφακίων», γραμμένο το 1877 (εκδόθηκε το 1888 στην Αθήνα), αναφέρει τους εξής ως «κεφαλές» της Επανάστασης:
1) Ιωάννης Βλάχος ή Δασκαλογιάννης από την Ανώπολη.
2) Πρωτόπαπας, θείος του Δασκαλογιάννη, της οικογένειας των Βλάχων από την Ανώπολη.
3) Γεώργιος Δασκαλάκης ή Σαπώλης Δασκαλογιωργάκης, της οικογένειας των Δασκαλιανών από τον Καλλικράτη.
4) Αντρουλής Μοράκης ή Κουτρουμπάς, της οικογένειας των Μόρων από το Ασκύφου.
5) Μανούσακας, της οικογένειας των Παττακών από την Ίμπρο.
6) Ανδρουλιός Βολουδάκης ή Βάρδακας, της οικογένειας των Παττακών από την Ίμπρο.
7) Στρατής Βουρδουμπάς ή Μπούρμπαχης, της οικογένειας των Στρατίκων από τον Ομπρόσγιαλο.
8) Μανούσος Κούτσουμπας της οικογένειας των Στρατίκων από τον Ομπρόσγιαλο.
9) Γεώργιος Σκορδύλης, της οικογένειας των Σκορδύληδων από το Μούρι.
10) Γεώργιος Πάτερος ή Πατερογιώργης της οικογένειας των Πάτερων από την Ανώπολη.
11) Μανούσος Μπονάτος, της οικογένειας των Μπονάτων από την Αράδαινα.
12) Χούρδος, της οικογένειας των Χούρδων από τον Άγιο Ιωάννη.

Έτσι, αναντίρρητα πλέον, αναδεικνύεται η ιστορικότητα του επικαλούμενου υπόβαθρου διαμόρφωσης του πεντοζαλιού, καθώς, όπως διαπιστώνουμε, τρεις πηγές, πρώτον: το τελετουργικό του χορού, δεύτερον: το ριζίτικο και τρίτον: το κείμενο του ιστορικού, συγκλίνουν, προσφέροντας ισχυρότατη περιφερειακή τεκμηρίωση.


Άλλη μια μαρτυρία που αξίζει να αναφερθεί, καθώς είναι ανεξάρτητη από τα προαναφερθέντα και ανεπηρέαστη από τις συζητήσεις των τελευταίων δεκαετιών περί του θέματος, είναι αυτή του Γεωργίου Ι. Κοπασάκη* από την Ανώπολη Σφακίων, ο οποίος είναι φυσικός και εργάζεται στο ερευνητικό κέντρο Γκλέν (πρώην Λούις) της ΝASA στο Κλίβελαντ των Η.Π.Α. Σε συνέντευξη στο γράφοντα, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην προσωπική του εμπειρία, λέγοντας ότι πριν το 1970, κατά την παιδική του ηλικία, όταν ακόμη ζούσε στα Σφακιά, θυμάται τους παλαιότερους του χωριού του να λένε πως το πεντοζάλι είναι ο χορός της επανάστασης του Δασκαλογιάννη κι ότι τη μουσική του είχε συνθέσει ένας σπουδαίος μουσικός, που δεν ήταν από την Επαρχία Σφακίων.
Η προφορική παράδοση περί της διαμόρφωσης του πεντοζαλιού επιβεβαιώνεται, εμμέσως πλην σαφώς, και από το ιστορικό ενός άλλου παραδοσιακού κρητικού χορού, του κουτσαμπαδιανού, που χορεύεται στην επαρχία Αμαρίου Ρεθύμνης. Κατά τον αξέχαστο λυράρη Γεώργιο Μουζουράκη* (1904-2001), γύρω στα 1800, στη Λοχριά της Αμπαδιάς, σ’ ένα γλέντι που έκαναν οι Κρητικοί ύστερα από μάχη με Τούρκους, ένας οπλαρχηγός από την Αμπαδιά, που είχε πάρει μέρος στην Επανάσταση του Δασκαλογιάννη, είχε τραυματιστεί τότε και είχε μείνει χωλός στο αριστερό του πόδι, θέλησε να χορέψει πεντοζάλι. Οι μουσικοί και οι χορευτές τον τίμησαν προσαρμόζοντας τη μουσική και τα βήματα του χορού, αντίστοιχα, στα ζάλα του κουτσού πολεμιστή. Εκείνος, παρότι κουτσός, χόρεψε μια παραλλαγή του πεντοζαλιού που έμεινε στην ιστορία της επαρχίας Αμαρίου ως «κουτσαμπαδιανός» ή «κατσιμπα(ρ)διανός» ή «κατσαμπα(ρ)διανός», για να θυμούνται όλοι το χορό του κουτσού από την Αμπαδιά (Κουτσαμπαδιανού). Βλέπουμε λοιπόν ότι το ιστορικό του πεντοζαλιού ενισχύεται από εκείνο του κουτσαμπαδιανού, ο οποίος για τη διαμόρφωσή του έχει ως προαπαιτούμενο το πεντοζάλι. Τα κοινά στοιχεία των δύο χορών, πεντοζαλιού και κουτσαμπαδιανού, α) στον τυπικό βηματισμό (τα τρία πρώτα βήματά τους είναι ακριβώς ίδια, μετρώντας το πρώτο από αριστερά), β) τη συνοδευτική μουσική (η μουσική φράση του κουτσαμπαδιανού είναι η πρώτη από τις δώδεκα του πεντοζαλιού, διάρκειας δύο μέτρων, προσαυξημένη κατά δύο μέτρα) και γ) ο ίδιος αριθμός (τέσσερα) στα χορευτικά μέτρα (όπου αν ένας χορεύει πεντοζάλι και ένας άλλος κουτσαμπαδιανό αρχίζουν και τελειώνουν συγχρονισμένα τον βασικό βηματισμό των χορών), ισχυροποιούν το ιστορικό τους αλληλένδετο.(6)

Να σημειωθεί δε ότι ο Ναύτης δεν γνώριζε τον κουτσαμπαδιανό και ο Μουζουράκης αγνοούσε τα προαναφερθέντα περί πεντοζαλιού. Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί ο Μουζούρης έλεγε πως το γλέντι στην Αμπαδιά έγινε γύρω στα 1800, δηλαδή μετά την Επανάσταση του Δασκαλογιάννη και την διαμόρφωση του πεντοζαλιού. Με την χρονική τοποθέτηση διαμόρφωσης του κουτσαμπαδιανού μετά το 1770 διαμορφώνεται συμβατότητα και σύγκλιση των εν λόγω μαρτυριών. Η εκ των δυτικών επαρχιών (Σφακιά, Κίσσαμος) καταγωγή του πεντοζαλιού ενισχύεται και από το γεγονός ότι μόνο στις περιοχές αυτές επιβίωσε το ιστορικό του χορού και σε κανένα άλλο μέρος της Κρήτης. Και ως γνωστόν, η προφορική παράδοση είναι αληθής, όπου είναι πλουσιότατη και κυρίως στοιχειοθετημένη. Είναι, λοιπόν, επιεικώς ανεύθυνο να μιλάνε κάποιοι για λασιθιώτικη ή ακόμα και για «παγκρήτια» καταγωγή του χορού, όταν είναι πασίγνωστο ότι όλοι οι χοροί της Κρήτης ήταν τοπικής εμβέλειας μέχρι την εποχή του Μεσοπολέμου. Τότε που ο χανιώτικος συρτός και το πεντοζάλι διαδόθηκαν από τα Χανιά στην υπόλοιπη Κρήτη, ο μαλεβιζιώτης από το Ηράκλειο στο υπόλοιπο της νήσου και η ρεθεμνιώτικη σούστα από το νομό Ρεθύμνης στους υπόλοιπους νομούς. Η κρητική εξέγερση του 1770 κατεπνίγει αφού η βοήθεια από τη Ρωσία δεν έφτασε ποτέ, ο Δασκαλογιάννης γδάρθηκε ζωντανός από τους Τούρκους την 17η Ιουνίου του 1771 στην πλατεία Ατ Μεϊντάν του Ηρακλείου και αρκετοί από τους επικεφαλείς βρήκαν φρικτό θάνατο. Όμως, το πεντοζάλι νίκησε, έζησε μέσω της προφορικής παράδοσης και σήμερα αποτελεί το χορό σύμβολο της επαναστατικής συνείδησης των Κρητών σε χρόνους δουλείας, το διαχρονικό μνημόσυνο του Δασκαλογιάννη, των Καπεταναίων του και της εξέγερσής των, τον πιο διάσημο χορό της Κρήτης και το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα κατάδειξης του αλάνθαστου της προφορικής παράδοσης.

Ο ΧΟΡΟΣ

Η λαβή του χορού είναι από τους ώμους με τα χέρια τεντωμένα, συμβολίζοντας, με αυτόν τον τρόπο την αλληλοστήριξη, την αλληλοεκτίμηση, την αμοιβαία εμπιστοσύνη και τη συνεργασία των συμπολεμιστών.
Την «πρωτιά» στο χορό μπορεί να καταλάβει ο καθένας από τους συμμετέχοντες, αποσπώμενος από την οποιαδήποτε θέση του ημικυκλίου και πιάνοντας μπροστά. Δεν θα πρέπει όμως ποτέ να την εγκαταλείψει, επιστρέφοντας στη θέση του ή πηγαίνοντας σε οποιαδήποτε άλλη. Η παράδοση δεν επιτρέπει εγκατάλειψη της πρώτης θέσης, παρά μόνο κατάληψή της. Το φαινόμενο που αντικρίζουμε τις τελευταίες δεκαετίες σε διάφορα χορευτικά συγκροτήματα με ταυτόχρονες «παρελάσεις» χορευτών, ανδρών ή γυναικών από την αρχή του κύκλου στη μέση ή το τέλος και από εκεί στην αρχή, αποτελεί νεωτερισμό φολκλορικής έκφρασης, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την παραδοσιακή.
Στο πεντοζάλι, ο αυτοσχεδιασμός του πρωτοχορευτή χαρακτηρίζεται από κινήσεις ξεχωριστές στη δομή, το ύφος και την έκφραση και δεν παρουσιάζει καμία ομοιότητα με αυτές που συνηθίζονται σε άλλους αυτοσχεδιαστικούς χορούς, όπως είναι ο χανιώτικος συρτός ή ο μαλεβιζιώτης. Τα αντικρυστά καθίσματα από τον πρώτο και το δεύτερο με ταυτόχρονη εκτέλεση «ψαλιδιών», αποτελούν την πλέον παλαιά και χαρακτηριστική φιγούρα του πεντοζαλιού, ενώ η ομοιότητά της με φιγούρες του ρωσικού χορευτικού ρεπερτορίου επιτρέπει συνειρμούς που παραπέμπουν ευθέως στο ιστορικό του χορού, στις προσωπικές επαφές του Δασκαλογιάννη με τους αδερφούς Αλεξέι και Θεόδωρο Ορλόφ. Την φιγούρα αυτή πραγματοποιούσαν οι χορευτές του «Παγκρήτιου Ομίλου Βρακοφόρων», με έδρα τα Χανιά, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Παρότι στους παραδοσιακούς κρητικούς χορούς η ομαδοποιημένη εκτέλεση παραλλαγών του τυπικού βηματισμού (συγχρονισμένες φιγούρες) δεν συναντάται, το πεντοζάλι και η γιτσικιά σούστα, οι δύο ανδρικοί πολεμικοί χοροί του νομού Χανίων, αποτελούν εξαίρεση, καθώς οι χορευτές επαναλαμβάνουν την παραλλαγή που εμπνέεται, στιγμιαίως, ο πρωτοσύρτης, χωρίς να υφίσταται η έννοια του προσχεδιασμού. Οι πατιές, τα μονά ή πολλαπλά ομαδικά χτυπήματα των ποδιών στο έδαφος, είναι το κύριο είδος παραλλαγών του βασικού βήματος του πεντοζαλιού. Λέγεται ότι συμβολίζουν τις ομοβροντίες των όπλων των Κρητικών στις μάχες με τους Τούρκους.
Το πεντοζάλι δεν είναι μόνο πολεμικός χορός, είναι πρωτίστως επαναστατικός. Τον επαναστατικό, ιστορικό, ηρωικό και συμβολικό χαρακτήρα του επιβεβαιώνει το δυναμικό και εκρηκτικό ύφος, το εθιμοτυπικό, καθώς και το ιστορικολαογραφικό του υπόβαθρο.


Η ΜΟΥΣΙΚΗ

Πρέπει να τονίσουμε ότι, η παραδοσιακή πρωταρχική έκφραση του πεντοζαλιού δεν διαθέτει σιγανό και γρήγορο ρυθμό, ούτε διακρίνεται σε σιγανό πεντοζάλι και γρήγορο πεντοζάλι. Η μορφή του είναι μια και συγκεκριμένη, γρήγορη, δυναμική και εκρηκτική. Η σύγχρονη διάκριση σε «σιγανό» και «γρήγορο» καθιερώθηκε την δεκαετία του ’50, όταν κάποιοι λαϊκοί οργανοπαίκτες της κεντρικής Κρήτης διασκευάζοντας το σκοπό του σιγανού, ενός χορού της κεντρικής και ανατολικής Κρήτης, τον γύρναγαν απευθείας σε πεντοζάλι. Αυτό συνέβη επειδή η βασική μουσική φράση (κοντυλιά) (7) του σιγανού μοιάζει με την τρίτη μουσική φράση του πεντοζαλιού, με τη μόνη διαφορά ότι παίζεται σε πιο αργή ρυθμική αγωγή.(8) Τότε, ατυχώς, διαμορφώθηκε αυτό που σήμερα λένε «σιγανό πεντοζάλι» και χορεύεται σε Χανιά, Ρέθυμνο και Ηράκλειο με παραλλαγές ως «χανιώτικο σιγανό», «ρεθεμνιώτικο σιγανό» και «ηρακλειώτικο σιγανό» με δέκα, οκτώ και έξι βήματα αντίστοιχα. Μάλιστα, στο νομό Ρεθύμνου, ανάλογα με τις χαρακτηριστικές ανά επαρχία κοντυλιές του σιγανού χορού, που προηγούνταν της μουσικής του πεντοζαλιού, ο χορός αποκτούσε διάφορα ονόματα. Έτσι προέκυψαν τα λεγόμενα Αμαριώτικα πεντοζάλια, τα Ρεθεμνιώτικα κ.λπ

Ο σπουδαίος καλλιτέχνης Πέτρος Καρμπαδάκης* από την Κουκουναρά Κισσάμου (γεννηθείς το 1943) σε συνέντευξη που μου παραχώρησε, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στη χρονική αφετηρία του γεγονότος, πληροφορώντας με παράλληλα ποιοί πρωτοστάτησαν σε αυτό.

Το λεγόμενο χανιώτικο σιγανό έχει τα ίδια σχεδόν βήματα με το γνήσιο πεντοζάλι. Διαμορφώθηκε στον Παγκρήτιο Όμιλο Βρακοφόρων τη δεκαετία του 60’, επί προεδρίας Βενιανού, εν συνεχεία διαδόθηκε στο Λύκειο Ελληνίδων Αθηνών και από εκεί έγινε ευρύτερα γνωστή. Ήταν το πρώτο σιγανό που υιοθέτησαν οι Χανιώτες. (Μαρτυρίες Μύρωνα Σαπουντζή, Αντώνη Ποντικού, Μανώλη Μπομπολάκη κ.λπ.). Το ρεθεμνιώτικο σιγανό, με τα οκτώ βήματα (τέσσερα μπροστά, τέσσερα πίσω), ταυτίζεται επακριβώς (βηματικά και μουσικά) με το σιγανό χορό, που συναντάται στο νομό Ρεθύμνου. Τέλος, το ηρακλειώτικο σιγανό, με τα έξι βήματα, είναι ο ίδιος ο σιγανός που χορεύεται στους νομούς Ηρακλείου και Λασιθίου.

Τη διάσωση της παραδοσιακής μουσικής του πεντοζαλιού με τους δώδεκα σκοπούς οφείλουμε σε δύο κορυφαίες προσωπικότητες της παραδοσιακής κρητικής μουσικής: στον Νικόλαο Κατσούλη ή Κουφιανό από τον Κουφό Κυδωνίας, που λέγεται ότι στην εποχή του ήταν μοναδικός στην απόδοση του πεντοζαλιού, και στον Κωνσταντίνο Παπαδάκη ή Ναύτη* από το Καστέλι Κισσάμου, ο οποίος υπήρξε μαθητής του προηγουμένου και από τον οποίο διδάχτηκε το πεντοζάλι.
Ο Ναύτης, όπως έχει ήδη αναφερθεί, κατέγραψε, μεταξύ άλλων, την προφορική παράδοση του πεντοζαλιού στο βιβλίο του με τίτλο: «Κρητική» λύρα, ένα μύθος, που εκδόθηκε το 1989, και όπως αποδεικνύεται από την παρούσα εργασία, αυτό αποτελεί μέγιστη συμβολή για τη διατήρηση του ιστορικού της μουσικοχορευτικής μας κληρονομιάς. Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μεταφέρουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του, μέσα από το οποίο καταδεικνύεται η υποχρέωση που έχουμε να σεβόμαστε τα παραδοτέα και να μην αυθαιρετούμε εις βάρος της μουσικής μας παράδοσης, όταν μάλιστα αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ιστορία μας.
Γράφει λοιπόν ο Ναύτης: «Η μουσική του πεντοζαλιού είναι μια και μοναδική. Δεν υπάρχουν δηλαδή πεντοζάλια. Πιστεύω ότι δεν έχει κανένας το δικαίωμα να διαστρεβλώνει το πεντοζάλι, γιατί έτσι λερώνει τη μνήμη των ηρώων και του Δασκαλογιάννη, που έχασαν τις ζωές τους για την ελευθερία της Κρήτης. Όταν ήμουν 16 χρονών, είχα καταφέρει να συνθέσω δύο στροφές και τις πρόσθεσα στο πεντοζάλι. Θέλοντας να εντυπωσιάσω τον αείμνηστο καλλιτέχνη Κουφιανό, τον παρακάλεσα να ακούσει κάτι και να πει τη γνώμη του. Είχα βάλει ενδιάμεσα στο πεντοζάλι τις δικές μου στροφές. Όταν τελείωσα μου είπε: «Μπράβο, μπράβο Κωστάκη, εσύ μια μέρα θα γίνεις μεγάλος μουσικός. Άκουσε τώρα κι εμένα. Και στη συνέχεια έπαιξε το πεντοζάλι προσθέτοντας δικές του στροφές, ομολογουμένως πολύ ανώτερες από τις δικές μου. Όταν του αποκρίθηκα, κοκκινίζοντας, ότι οι στροφές του ήταν απίθανες, είπε: «Ναι, έχεις δίκιο, είναι πολύ ωραίες, αλλά ποιοί καπεταναίοι θα είναι τουτοινά, Κωστάκη, όπου ήτανε δώδεκα ούλοι κι ούλοι;» Και τότε μου εξήγησε πως κανείς δεν είχε το δικαίωμα να λερώσει τη μνήμη των καπεταναίων.»
Στο πεντοζάλι, λοιπόν, δεν αυτοσχεδιάζουμε, υπακούμε. Ο Κώστας Ζουράρις* σε άρθρο του για το πεντοζάλι έχει γράψει: «Για την αέναον αΐδιον υπακοήν, στις ίδιες δώδεκα μελωδίες, στην αμετάλλακτη ρυθμική αγωγή, ακίνητη του Ήχου υπακοή στον εθελούσιο νεκρικό Αχό των δώδεκα αρχηγών μας. Πυρρίχειον δωδεκάορτον αναστάσιμης ήττας. Άλλο ένα βήμα, το πέμπτο, το πέμπτο ζάλο που φέρνει τους δώδεκα Σφακιανούς αρχηγούς μας, εκουσίως αμνούς επί σφαγήν, πιο κοντά στον θάνατο».
Τα παραπάνω έχουν ιδιαίτερη αξία διότι, τις τελευταίες δεκαετίες, στην συντριπτική πλειοψηφία, μουσικοί και χορευτές παίζουν και χορεύουν, αντίστοιχα, το πεντοζάλι, κάνοντας χρήση στοιχείων από τη μουσική και το χορευτικό αυτοσχεδιασμό ενός άλλου κρητικού χορού, του περίφημου μαλεβιζιώτη, κι αυτό από άγνοια, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές όπου μουσικές φράσεις από τη ρεθεμνιώτικη σούστα «μετακομίζουν» στη συνοδευτική μουσική του πεντοζαλιού, κάνοντας τους περισσότερους να μην μπορούν εύκολα να ξεχωρίσουν αν αυτό που παίζει ο μουσικός είναι πεντοζάλι, σούστα ή μαλεβιζιώτης.

http://www.tsouchlarakis.com/EISIGISEISOMILIES.htm

Άλλο χορό δεν ρέγομαι ωσάν τον Πεντοζάλη

απου τονε χορεύουνε όλοι μικροί μεγάλοι

Με του Μαγιού τις μυρωδιές τα κόκκινα κεράσια
Για δέστε πως χορεύουνε της Κρήτης τα κοράσια

Για δέστε πως χορεύουνε, για δεστε πως πατούνε
Χάμω στη γη χορεύουνε στον ουρανό πετούνε

...δεν τραγουδώ παρά γιατί μ'αγάπησες.!!


Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
σε περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σεναν άρεσε
γι’ αυτό έμειν’ ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Μόνο γιατί σε σεναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Δεν τραγουδώ παρά γιατί με αγάπησες, αυτό το ερωτικό ποίημα έγραψε η Μαρία Πολυδούρη, η ποιήτρια με το χαρακτηριστικά ερωτικό λόγο αλλά και το έντονο ανικανοποίητο συναίσθημα.

Ο έρωτας και ο θάνατος είναι βασικοί άξονες της γραφής της Πολυδούρη και η ρομαντική της φύση ευδιάκριτη σε κάθε στίχο. Το ποίημα «Δεν τραγουδώ παρά γιατί με αγάπησες» είναι μεστό από τον πηγαίο της λυρισμό αλλά και τις έντονες συναισθηματικές εξάρσεις της ποιήτριας, η οποία ήταν σαφώς επηρεασμένη από τον έρωτά της για τον Κώστα Καρυωτάκη, όσο και από την έντονα πεσιμιστική της διάθεση.

Ένα από τα πιο όμορφα και τρυφερά ερωτικά ποιήματα που έχουν γραφτεί, που αποτελεί κόσμημα της Ελληνικής Λογοτεχνίας, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Πολυδούρη ήταν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα, που έζησε σε μια εποχή ανδροκρατούμενη, ούσα εξαιρετικά φιλελεύθερη, μια γυναίκα που έγραφε για να εκφραστεί αλλά και για να μεριγράψει τις ομορφιές και τον έρωτα που βλέπει γύρω της, ενώ οι άλλοι τον αγνοούν.

Το ποίημα «Δεν τραγουδώ παρά γιατί με αγάπησες» μελοποιήθηκε εξαιρετικά από τον Δημήτρη Παπαδημητρίου και τραγουδήθηκε με την ίδια ζεστασιά και τρυφερότητα από την Ελευθερία Αρβανιτάκη.


Βιογραφία
Γεννήθηκε την 1η Απριλίου 1902 και ήταν κόρη του φιλόλογου Ευγένιου Πολυδούρη και της Κυριακής Μαρκάτου, μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές στην Καλαμάτα ενώ είχε φοιτήσει σε σχολεία του Γυθείου και των Φιλιατρών.

Στα γράμματα εμφανίστηκε σε ηλικία 14 ετών με το πεζοτράγουδο "Ο πόνος της μάνας". Αναφέρεται στο θάνατο ενός ναυτικού που ξέβρασαν τα κύματα στις ακτές των Φιλιατρών και είναι επηρεασμένο από τα μοιρολόγια που άκουγε στη Μάνη. Στα 16 της διορίστηκε στη Νομαρχία Μεσσηνίας και παράλληλα εξέφρασε ζωηρό ενδιαφέρον για το γυναικείο ζήτημα. Το 1920, σε διάστημα σαράντα ημερών, έχασε και τους δύο γονείς της.

Το 1921 μετατέθηκε στη Νομαρχία Αθηνών και παράλληλα ενεγράφη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην υπηρεσία της εργαζόταν και ο ομότεχνός της Κώστας Καρυωτάκης. Γνωρίστηκαν και μεταξύ τους αναπτύχθηκε ένας σφοδρός έρωτας που μπορεί να κράτησε λίγο, αλλά επηρέασε καθοριστικά τη ζωή και το έργο της.

Συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1922. Η Μαρία ήταν τότε 20 ετών ενώ ο Καρυωτάκης 26. Εκείνη είχε δημοσιεύσει κάποια πρωτόλεια ποιήματα ενώ εκείνος είχε εκδόσει δύο ποιητικές συλλογές, τον "Πόνο των ανθρώπων και των πραμάτων" (1919) και τα "Νηπενθή" (1921) και είχε ήδη κερδίσει την εκτίμηση κάποιων κριτικών και ομότεχνών του.

Το καλοκαίρι του 1922 ο Καρυωτάκης ανακάλυψε ότι έπασχε από σύφιλη, μία νόσο που τότε ήταν ανίατη και αποτελούσε κοινωνικό στίγμα. Ενημέρωσε αμέσως την αγαπημένη του Μαρία και της ζήτησε να χωρίσουν. Εκείνη του πρότεινε να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά, όμως εκείνος ήταν πολύ περήφανος για να δεχτεί τη θυσία της. Η Μαρία αμφέβαλε για την ειλικρίνειά του και θεώρησε ότι η ασθένειά του ήταν πρόσχημα του εραστή της για να την εγκαταλείψει.

Το 1924 μπήκε στη ζωή της ο δικηγόρος Αριστοτέλης Γεωργίου, που μόλις είχε επιστρέψει από το Παρίσι. Ήταν νέος, ωραίος και πλούσιος και η Πολυδούρη τον αρραβωνιάστηκε στις αρχές του 1925. Η Μαρία όμως αγαπούσε πάντα τον Καρυωτάκη.

Παρά την αφοσίωση του αρραβωνιαστικού της, η Πολυδούρη δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σοβαρά σε καμία δραστηριότητα. Έχασε τη δουλειά της στο δημόσιο μετά από αλλεπάλληλες απουσίες και εγκατέλειψε τη Νομική. Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μάλιστα πρόλαβε να εμφανιστεί ως ηθοποιός σε μία παράσταση.

Το καλοκαίρι του 1926 διέλυσε τον αρραβώνα της και έφυγε για το Παρίσι. Σπούδασε ραπτική αλλά δεν πρόλαβε να εργαστεί γιατί προσβλήθηκε από φυματίωση. Επέστρεψε στην Αθήνα και συνέχισε τη νοσηλεία της στη "Σωτηρία" όπου έμαθε για την αυτοκτονία του πρώην εραστή της Κώστα Καρυωτάκη. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφόρησε την πρώτη της ποιητική συλλογή "Οι τρίλλιες που σβήνουν" και το 1929 τη δεύτερη, "Ηχώ στο χάος". Η Πολυδούρη άφησε δύο πεζά έργα, το Ημερολόγιό της και μία ατιτλοφόρητη νουβέλα με την οποία σαρκάζει ανελέητα το συντηρητισμό και την υποκρισία της εποχής της. Η φυματίωση όμως τελικά την κατέβαλε και, τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου 1930 άφησε την τελευταία της πνοή στην Κλινική Χριστομάνου.

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B1%CF%81%CE%AF%CE%B1_%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CF%85%CE%B4%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%B7

...σώπα

…σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος, σώπα οι πάνω, σώπα οι κάτω, σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο. Κατάπιαμε τη γλώσσα μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε. Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα". Μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή! Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα, κι όλα πολύ εύκολα. Μόνο με το "Σώπα". Μεγάλη τέχνη αυτό το "Σώπα". Ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου, γιατί νομίζω πως θα 'ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο, με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει:

ΜΙΛΑ!...

ΑΖΙΣ ΝΕΣΙΝ

Υ.Γ.
ευχαριστώ πολύ το φιλαράκι μου την
angelatattoo, για το συγκλονιστικό video που έφτιαξε. χάρη σ' αυτό θυμήθηκα το συγκεκριμένο ποίημα που είχα διαβάσει πριν καιρό...

όσο ΣΩΠΑΙΝΟΥΜΕ και ΥΠΟΜΕΝΟΥΜΕ...τόσο τα κοράκια, θα σκοτώνουν τα όνειρά μας

Φλέρυ Νταντωνάκη ~ Η Φλέρυ του Φεγγαριού

Η Φλέρυ του Φεγγαριού

Η Φλέρυ Νταντωνάκη - πραγματικό όνομα Ελευθερία Παπαδαντωνάκη - γεννήθηκε το 1937 στην Αθήνα και από τα 10 της χρόνια ήταν ήδη ηθοποιός. Ο πατέρας της, σκηνοθέτης, ηθοποιός και κινηματογραφικός παραγωγός ήταν η αφορμή για την ενασχόληση της από πολύ μικρή ηλικία με τις τέχνες. Στα τέλη της δεκαετίας του '50, βρίσκεται στις ΗΠΑ για σπουδές στη Νότια Καρολίνα κι από κει με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο του Brandeis από όπου αποφοιτεί στα 1961. Εμφανίζεται σε θεατρικές παραστάσεις στη Νέα Υόρκη. Το ταλέντο της στο τραγούδι «ανακαλύπτεται» τυχαία από κάποιους φίλους της που την παροτρύνουν να τραγουδήσει γι αυτούς κάποια ελληνικά δημοτικά τραγούδια. Ξεκινά έτσι τις πρώτες εμφανίσεις της ως τραγουδίστρια με ένα ρεπερτόριο που περιλάμβανε ακόμη ισπανικά και βραζιλιάνικα λαϊκά τραγούδια. Το 1965 ηχογραφεί στην Vanguard, τη θρυλική φολκ εταιρεία της Joan Baez, τον πρώτο της δίσκο με τίτλο «Fleury: The isles of Greeces». Eκεί μέσα, μεταξύ του «Δε με πονάς» του Καλδάρα ή του «Manha de carnaval» του Louis Bonfa, ερμήνευε και τρία κομμάτια του «νεαρού 'Ελληνα συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη» ... από όσο μας πληροφορούσε το ένθετο σημείωμα εκείνης της σπάνιας έκδοσης! Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967 στη χώρα μας, η Φλέρυ εντάσσεται στο αντιδικτατορικό κίνημα. Γνωρίζεται με τη Μελίνα Μερκούρη και τον Ανδρέα Παπανδρέου και συχνά τραγουδά στις εκεί συγκεντρώσεις του. Θα αντικαταστήσει, μάλιστα και τη Μελίνα σε μια από τις παραστάσεις του «Ilya darling» του Jyles Dassin - θεατρική προσαρμογή της ήδη Βραβευμένης με Όσκαρ ταινίας «Ποτέ την Κυριακή» - στο ρόλο της Ίλυας. Στην εκπομπή του Μέρβ Γκρίφφιν, στην οποία συχνά ήταν προσκαλεσμένη καταγγέλλει τη χούντα των συνταγματαρχών τραγουδώντας ζωντανά στην αμερικανική τηλεόραση το «Σώπα, όπου να' ναι θα σημάνουν οι καμπάνες» από την «Ρωμιοσύνη» του Θεοδωράκη.

http://www.youtube.com/watch?v=wbp4InjmuKs

FLEURY - MADWOMAN OF THE MOON "ΦΛΕΡΥ - ΤΡΕΛΗ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ"
"Τρέιλερ από το ντοκιμαντέρ του Αντώνη Μποσκοΐτη που απέσπασε το Βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ στο 25ο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας, καθώς και Κρατικό Βραβείο Ποιότητας του Υπουργείου Πολιτισμού. Συμμετέχουν: Σπύρος Σακκάς/ Σωτήρης Μουσούρης/ Δήμητρα Γαλάνη/ Νένα Βενετσάνου. Κείμενα της Φλέρυς Νταντωνάκη διαβάζει η Εύα Κοταμανίδου. Η ταινία δεν διατίθεται στο εμπόριο και από το 2002 που γυρίστηκε προβάλλεται σε φεστιβαλικές και άλλες ειδικές εκδηλώσεις." Το 1969 ο Βασίλης Φωτόπουλος, ο πρώτος Έλληνας βραβευμένος με Όσκαρ για τα σκηνικά του στον «Ζορμπά» του Μιχάλη Κακογιάννη, επιλέγει τη Φλέρυ για τον ρόλο της Ηλέκτρας στην κινηματογραφική μεταφορά του «Ορέστη». Παρ' όλο που ο Φωτόπουλος είχε εξασφαλίσει την άτυπη διαβεβαίωση του συνταγματάρχη της χούντας Ιωάννη Λαδά ότι δεν θα υπάρξει καμία παρέμβαση στο έργο του, ήταν δύσκολο για τη Φλέρυ να έρθει στη Μάνη όπου θα γίνονταν τα γυρίσματα. Υπήρχε ο κίνδυνος να συλληφθεί, καθώς στην Ελλάδα είχαν υποστεί βασανιστήρια από τη χούντα και φιλικά της πρόσωπα, όπως η ηθοποιός Κίττυ Αρσένη μεταξύ άλλων. Τελικά, ο «Ορέστης» σε σκηνοθεσία Βασίλη Φωτόπουλου κατάφερε να ολοκληρωθεί με συμπρωταγωνιστή το νεαρό Hiram Keller, μία και μοναδική κόπια φυλάσσεται στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος.

Στις 29 Μαΐου του 1970 κι ενώ η Φλέρυ είχε ήδη γνωριστεί με τον Μάνο Χατζιδάκι κάνει την πρώτη γνωριμία της με το αθηναϊκό κοινό τραγουδώντας στο «Κονσέρτο '70» του Σταύρου Ξαρχάκου στο θέατρο «Κοτοπούλη». Ντυμένη με φορεσιά κοσμημένη με μοτίβα λαϊκής ελληνικής τέχνης, η Φλέρυ ερμήνευσε τα τραγούδια του Ξαρχάκου από το μιούζικαλ «Δώδεκα μήνες καλοκαίρι», ένας συνδυασμός pop μουσικής της εποχής και δημοτικών μοτίβων. Μαζί της και ο νεαρότατος Βλάσης Μπονάτσας, ενώ στο ίδιο κονσέρτο και ο Σταμάτης Κόκοτας τραγούδησε όλες τις γνωστές επιτυχίες του συνθέτη. Το 1970, ξανά πίσω στην Αμερική συντελείται η ιστορικής σημασίας γνωριμία της με τον Μάνο Χατζιδάκι. Στο πρόγραμμα που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη με τον τίτλο «Jacques Brel is Alive and Well and Living in Paris» αντικαθιστά τελευταία στιγμή την ασθενούσα τραγουδίστρια. Μετά το πέρας του προγράμματος , στο οποίο η Φλέρυ συμμετείχε από σύμπτωση σχεδόν, ο Χατζιδάκις εκστασιασμένος της προτείνει συνεργασία. Έκτοτε, γίνεται η Μούσα του μεγάλου Έλληνα συνθέτη, σε μια περίοδο που και ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις εισερχόταν σε μια νέα και ολότελα προσωπική αντίληψη για το τραγούδι ως μορφή τέχνης. Το 1970 στο σπίτι του Χατζιδάκι στη Ν. Υόρκη ηχογραφούν μαζί για πιάνο - φωνή μια σειρά από κλασικά ρεμπέτικα των Β. Τσιτσάνη, Μ. Βαμβακάρη, Γ. Παπαϊωάννου, Μπαγιαντέρα. Ο δίσκος αυτός με τίτλο «Η Φλέρυ Νταντωνάκη στα Λειτουργικά του Μάνου Χατζιδάκι» θα κυκλοφορήσει πολλά χρόνια αργότερα από τον Σείριο και θα αποτελέσει την τελευταία δισκογραφική ενασχόληση του Χατζιδάκι με τα ρεμπέτικα τραγούδια. Το 1971 κυκλοφορεί στη χώρα μας η «Ρυθμολογία», έργο για πιάνο του Χατζιδάκι, μαζί με τα τραγουδισμένα από τη Φλέρυ έξι τραγούδια του «Κύκλου του CNS», σε ποίηση του συνθέτη.

Το 1972 ο Μάνος Χατζιδάκις και η Φλέρυ Νταντωνάκη επιστρέφουν οριστικά στην Ελλάδα. Η επιστροφή τους σηματοδοτεί την εγχώρια δισκογραφική παραγωγή με την έκδοση του δίσκου «Ο Μεγάλος Ερωτικός» με τη συμμετοχή του Δημήτρη Ψαριανού - το έργο βέβαια είχε ξεκινήσει να γράφεται στη Ν. Υόρκη τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς - και περιλαμβάνει: μελοποιήσεις σε παλαιούς και νέους Έλληνες ποιητές, από τη Σαπφώ και τον Ευριπίδη έως τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Federico Garcia Lorca, στην απόδοση του Νίκου Γκάτσου. Σχεδόν παράλληλα με τον «Μεγάλο Ερωτικό», ο Χατζιδάκις ηχογραφεί με τη φωνή της Φλέρυς μια σειρά από παλιότερα και σύγχρονα του αγαπημένα του τραγούδια «Η μικρή Ραλλού», «Τρελή του φεγγαριού» κ.α. Οι ηχογραφήσεις αυτές θα κυκλοφορήσουν το 1977 εξ ημισείας με το «Χωρίον ο Πόθος» σε ερμηνεία Ευτύχιου Χατζηττοφή στο δίσκο «Οι Γειτονιές του φεγγαριού». Στα τέλη του '72, καθώς και στα μέσα της επόμενης χρονιάς ο Χατζιδάκις ξαναμπαίνει με τη Φλέρυ στο στούντιο, όπου και ηχογραφούν τα συγκλονιστικά τραγούδια του «Καπετάν - Μιχάλη» σε στίχους Γεράσιμου Σταύρου, βασισμένους στο ομώνυμο έργο του Νίκου Καζαντζάκη.«Ο Καπετάν - Μιχάλης» κυκλοφορεί τελικά το 1975 μαζί με τα «Δύο Ναυτικά Τραγούδια» και τον «Κύκλο του CNS», τραγουδισμένο τούτη τη φορά από τον βαρύτονο Σπύρο Σακκά. Το 1972, επίσης η Φλέρυ τραγουδά τα «Δώδεκα τραγούδια Γιώργου Ποταμιάνου», επιστέγασμα της φιλίας της με τον 'Ελληνα εφοπλιστή από τα χρόνια διαμονής της στις ΗΠΑ. Ο δίσκος είχε κυκλοφορήσει με εξώφυλλο «τουριστικής» λογικής, αποσύρθηκε και επανακυκλοφόρησε από την παραγωγό εταιρεία MINOS με έναν πίνακα του Βασιλείου στο εξώφυλλο. Ορισμένα από τα τραγούδια του Ποταμιάνου, λαϊκά κυρίως και μπαλάντες με την έντονη χρήση αρμόνιου, είχαν παρουσιαστεί και διακριθεί σε φεστιβάλ τραγουδιού, όπως το «Στον Πειραιά, στο Πασαλιμάνι», που πήρε το α' βραβείο στο φεστιβάλ Πειραιώς.

Παράλληλα με την πορεία της στο τραγούδι, η Φλέρυ συνεχίζει να παίζει και στον κινηματογράφο, περισσότερο ως φιλική συμμετοχή. Έτσι, το 1973 εμφανίζεται στη σπονδυλωτή κωμωδία μικρού μήκους «Ακρόπολις Εξπρές» σε σκηνοθεσία και σενάριο του Θόδωρου Καλομοιράκη - η ταινία αυτή, σχετικά άγνωστη όπως και οι περισσότερες μικρού μήκους, παίχθηκε στο φεστιβάλ κιν/φου Θεσσαλονίκης εκείνης της χρονιάς, καθώς και στο φεστιβάλ της Γκρενόμπλ. Την περίοδο 1972 - 73 η Φλέρυ συναντιέται καλλιτεχνικά και με τον Χρήστο Λεοντή, με σκοπό να παρουσιάσουν τα τραγούδια του από τον κύκλο «Αχ, Έρωτα» στο καφέ - θέατρο «Πολύτροπον», στην Πλάκα. Γίνονται οι πρόβες, αλλά η συνεργασία Νταντωνάκη - Λεοντή δεν ολοκληρώνεται ποτέ και «δυστυχώς» σύμφωνα με μαρτυρία του συνθέτη «που δεν προνόησα να ηχογραφήσω κάτι από τις πρόβες». Καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του '70, η Φλέρυ ταλανίζεται από τους εσωτερικούς της δαίμονες, ελκύεται από τις ανατολίτικες θρησκείες και "χάνεται στα μονοπάτια του μυαλού της" όπως δημόσια δηλώνει η ίδια. Λίγα χρόνια αργότερα, σε μια συνέντευξη της στην κρατική τηλεόραση δε θα διστάσει να αποκαλέσει τους γκουρού «λαιστρηγόνες επικίνδυνους»! Το 1984 ερμηνεύει τρία τραγούδια στον πρώτο μικρό δίσκο του Ηλία Λιούγκου με τίτλο «Νυχτερινή δοκιμασία» σε ενορχήστρωση Νίκου Κυπουργού και δ/νση του Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος έγραφε τότε στο εισαγωγικό σημείωμα του δίσκου: «... Να ξεκινήσετε την ακρόαση του για δύο πρωταρχικούς λόγους. Και γιατί τραγουδάει η Φλέρυ, ύστερα από τόσον καιρό και γιατί ενδιαφέρθηκα να τον διευθύνω ο ίδιος». Την ίδια χρονιά, ακόμη συμμετέχει κατά κάποιο τρόπο και σ' άλλη μια μικρού μήκους ταινία: δανείζει τη φωνή της, μαζί με τον Χρύσανθο στο ντοκιμαντέρ, παραγωγής του Υπουργείου Πολιτισμού «Ω, Γλυκύ μου 'Εαρ» σε σκηνοθεσία και σενάριο Βασίλη Κεσίσογλου - μια κινηματογραφική μεταφορά των θείων παθών μέσα από τη Βυζαντινή ζωγραφική! Ακολουθούν οι εμφανίσεις της στους μουσικούς χώρους «Τιπούκειτος» της οδού Βαλτετσίου, «Καφέ - θέατρο» στην Κοδριγκτώνος και στον Πύργο των Αθηνών, προσωπικό χώρο του Βαγγέλη Σκούρτη. Με βασικό συνεργάτη της τον πιανίστα Γιάννη Σπυρόπουλο - Μπαχ, η Φλέρυ ερμηνεύει, εκτός από Χατζιδάκι, ελληνικά λαϊκά, αλλά και jazz και soul κομμάτια. Συμμετέχει στη συναυλία συμπαράστασης στους σεισμοπαθείς του Μεξικό, όπου ερμηνεύει μερικά από τα «Canciones Populares» του Lorva και άλλα ισπανικά τραγούδια Το «que bonita» το είχε πρωτοτραγουδήσει για τον πρώτο της δίσκο του 1965

Το 1986 πραγματοποιεί την τελευταία της δισκογραφική παρουσία, συμμετέχοντας στο δίσκο «Τσιμεντένια Τρένα» του συγκροτήματος Τερμίτες με το σπαραχτικό «Τραγούδι της νύχτας» σε ποίηση Μιχάλη Μαρμοτάκη. Είναι αυτονόητη η εκτίμηση που έτρεφε η Φλέρυ Νταντωνάκη για το rock μουσικό κίνημα, από τη δεκαετία του '60 που ζούσε στην Αμερική, υπεύθυνος όμως γι' αυτή την τελευταία της συμμετοχή στη δισκογραφία, μάλλον ήταν ο στενός συνεργάτης της Γιάννης Σπυρόπουλος - Μπαχ, ο οποίος τότε ανήκε στη συνθετική ομάδα των Τερμιτών. Ως τελευταία δημόσια εμφάνιση της, θα ανέφερα τη σύμπραξη της με τη Δήμητρα Γαλάνη στη συναυλία στη Ρωμαϊκή Αγορά, με τη γνωστή πλέον ιστορία, να εγκαταλείπει τη σκηνή σαν τρομαγμένο μικρό παιδί, σοκαρισμένη από τα πλήθη του κόσμου που είχαν συρρεύσει στο χώρο για να την ακούσουν. Τελικά όμως επιστρέφει και τραγουδά, χαρίζοντας στο κοινό της άλλη μια αλησμόνητη ερμηνεία. Έκτοτε, ακολουθεί η σιωπή. Αποτραβηγμένη στο σπίτι της στη Νέα Σμύρνη αρχικώς κι έπειτα σ' αυτό της οδού Σαπφούς, στα Μελίσσια, παρέα με την κόρη της Ζωή και τη μητέρα της, η Φλέρυ θεωρεί ότι τελείωσε οριστικά με την τέχνη του τραγουδιού. Διάφορες προσπάθειες που έγιναν στις αρχές της δεκαετίας του '90, από καλλιτέχνες που την θαύμαζαν, όπως ο Θανάσης Μωραΐτης για επανεμφάνιση της στα μουσικά πράγματα, αποβαίνουν άκαρπες. Στην πραγματικότητα, σκέψεις συναδέλφων και φίλων της Φλέρυς για μια πιο ενεργό συμμετοχή της στη δισκογραφία πάντοτε υπήρχαν: ανατρέχοντας σε πολιτιστικά ρεπορτάζ εφημερίδων από το 1986 μαθαίνουμε πως η Μαρία Φαραντούρη, η Μαρίζα Κωχ και η Φλέρυ Νταντωνάκη ετοιμάζονται να ηχογραφήσουν τα τραγούδια της Κωχ σε ποίηση Κώστα Βάρναλη - κάτι που εν τέλει δεν έγινε ποτέ, δυστυχώς. Το 1994 στη συλλογή τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη με τίτλο «Άπονες Εξουσίες», την ακούμε να τραγουδά το «Μάνα μου και Παναγιά». Πρόκειται για ανακρίβεια το ότι αυτή ήταν και η τελευταία «παρουσία» της Φλέρυς στη δισκογραφία, εφόσον η συγκεκριμένη ηχογράφηση του κλασικού τραγουδιού των Μ. Θεοδωράκη/ Τ. Λειβαδίτη προερχόταν κατ' ευθείαν αποσπασμένη από εκείνον τον πρώτο δίσκο της στην Αμερική. Το ίδιο συνέβη και με τα τραγούδια «Σουσουράδα» του Νίκου Γούναρη ή τη «Μυρτιά» των Μ. Θεοδωράκη/ Ν. Γκάτσου, τα οποία δεν έπαψαν να εμφανίζονται ενταγμένα σε διάφορες συλλογές - αφιερώματα στους αναφερόμενους συνθέτες. Συνεχίζοντας να ζει απομονωμένη στο σπίτι - ερημητήριο της και με τους ιδιωτικούς της δαίμονες να γιγαντώνονται, η Φλέρυ χτυπιέται κι από την επάρατη νόσο. Στις 18 Ιουλίου του 1998 θα αφήσει την τελευταία της πνοή στο Νοσοκομείο του Μεταξά, στον Πειραιά και θα αναπαυθεί στο κοιμητήριο της Παιανίας, πλάι στο μνήμα του Μάνου Χατζιδάκι, του ανθρώπου με του οποίου το έργο ταυτίστηκε περισσότερο από κάθε άλλον καλλιτέχνη.
πηγή: http://mousikorama.gr/site/index.php/biography/244-ntantolaki

Ακριβή, εύθραστη και αέρινη

“… έχω μία τρεμάμενη παρουσία μέσα μου … θα έλεγα ότι είναι περισσότερο ένα είδος φοβισμένου παιδιού … … είμαι περισσότερο παιδί … παρά ας πουμε μια γυναίκα η οποία είναι νευρωτική για το σεξ ή οτιδήποτε άλλο … είμαι περισσότερο ένα μωρό που της αρέσει να έχει δίπλα της ανθρώπους … να την αγαπούν σαν λουλούδι σαν παιδί … περισσότερο παιδί … ζητάω προστασία του μπαμπά ας πούμε, της μάνας μου - που αντιπροσωπεύει τον μπαμπά μου δηλαδή … αγγίζω τους ανθρώπους σαν παιδί που περισσότερο θέλει προστασία πατρική και λιγότερο σαν γυναίκα που θέλει προστασία ερωτική … * … έζησα δέκα χρόνια σαν καλόγρια πέρασα κλινικές φυλακές για να βρω την ψυχή μου και κόντεψα να χάσω τον εαυτό μου … διάβασα βίους Αγίων αναζητώντας την λιτότητα … ζούσα μία εσωτερική διαδρομή … ήμουν χαμένη για όλους ένοιωθα μια δύναμη παρούσα να με καθοδηγεί … κινδύνεψα πολύ σε αυτή την πνευματική περιοχή δεν έπρεπε να μιλώ σε ανθρώπους δεν έπρεπε να τρώγω έβλεπα πνεύματα δαίμονες αγγέλους που είναι μεν γεννήματα της φαντασίας αλλά όταν τα ζήσεις είναι τρομερά γιατί ξεφεύγεις από τα ανθρώπινα πλαίσια … σε μια τέτοια κατάσταση βρισκόμουν όταν με φέραν το 1971 στην Ελλάδα … σε αυτή την κατάσταση ηχογράφησα με τον Μάνο τον μεγάλο Ερωτικό … ** …άντρες με ερωτεύονταν γυναίκες ζητούσαν την φιλία μου μουσικοί την συνεργασία μου παιδια με αγαπούσαν γι αυτό που τραγουδούσα … αλλά εγώ ήμουν αλλού … είχα καταληφθεί από κάτι μη δημιουργικό … μέσα μου πίστευα ότι δεν ήμουν τίμια κι ήθελα να τιμωρήσω τον εαυτό μου …εζησα στην Κρήτη πίνοντας γάλα και τρώγοντας χόρτα … αντιλήφθηκα ότι έπρεπε να συνυπάρξω με τους ανθρώπους που υποφέρουν έπρεπε να ήμουν κοντά τους η εποχή δεν με άφηνα να ζήσω από την απομόνωσή μου έτσι πήγα στην Νέα Υόρκη κι έζησα με τα παιδια που βρίσκονταν στον δρόμο … τα ρούχα μου είχαν γίνει κουρέλια … φρόντιζα παρ όλα αυτά τους αλκοολικούς κατά κάποιο τρόπο μάθαινα τι σημαίνει να ζείς στον δρόμο … πήγα κοντά σε αυτά τα παιδια χωρίς να σκεφτώ τίποτα … αλλά κάπου δεν είχα κι εντελώς χαθεί έπρεπε να ζήσω για να μιλήσω για όλα αυτά … ** … καμιά φορά ζω στην περιοχή της βαθιάς πραγματικότητος και την πραγματικότητα η οποία είναι πέρα από την πραγματικότητα … οπότε αγγιζει και το όνειρο … κι αγγίζει και μία άλλη πραγματικότητα που δεν γνωρίζει ο κόσμος …”*
πηγή: http://papsera.blogspot.com/

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 18/7/1998
"Πέθανε η Φλέρυ Νταντωνάκη σε ηλικία 60 χρονων."

Μία αληθινή τραγουδίστρια, η Φλέρυ Νταντωνάκη, πέθανε τα ξημερώματα μετά από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο, σε ηλικία 60 χρόνων. Ο Μάνος Χατζιδάκις έλεγε για εκείνη ότι "είναι ανεπανάληπτη, δεν σκέφτεται το κοινό. Σκέφτεται τον απόλυτο έλεγχο της φωνής της και δίνεται ολόκληρη σε αυτό το κυνήγι της τελειότητας. Η Φλερυ Νταντωνάκη ήταν ίσως,η σπουδαιότερη φωνή της Ελλάδας. Δεν το ήξερε πως ήταν σπουδαία. Πέθανε χτυπημένη από τον καρκίνο ξεχασμένη πια από όλους,η είδηση πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων..
Read more: http://www.myspace.com/dadonaki

H τελευταία λέξη, που βγήκε από το στόμα της Φλέρυς Νταντωνάκη, στο Νοσοκομείο Μεταξά, λίγο πριν η ανορθόγραφη λέξη «ΑΠΝΙΑ», καταγραφεί στον ιατρικό επίλογο της, σε τελευταίο στάδιο καρκινοπαθούς Ελευθερίας Παπαδαντωνάκη, ήταν η λέξη «Πού$τηδες», όπως μαρτυρούν οι συγγενείς ασθενούς, από το διπλανό κρεβάτι. Δεν ήξεραν ποιά ήταν η Φλέρυ Νταντωνάκη. Δεν είχαν ακούσει ποτέ κανένα της τραγούδι. «Ήταν μια που τραγουδούσε με τη Μάγια Μελάγια;» «Τι λες ρε συ, αυτή ήταν η Μπέμπα Μπλάνς.» «Α, δεν την ξέρουμε τότε αυτή.» Στο κοινό νοσοκομειακό δωμάτιο, οι συγγενείς της διπλανής ασθενούς. είχαν ενοικιάσει μια τηλεόραση, που έπαιζε στη διαπασών όλες τις καλοκαιρινές επαναλήψεις των ιδιωτικών καναλιών. Η κόρη της Φλέρυς, επειδή ενοχλούσε την μητέρα της, ο ήχος στη διαπασών, είχε ζητήσει ευγενικά να χαμηλώνουν την ένταση, καθώς η μητέρα της δεν μπορούσε να κοιμηθεί – δεν κοιμόταν σχεδόν καθόλου. Η έκκληση της Ζωής, ερμηνεύτηκε μάλλον σαν επιθυμία απομάκρυνσης της συσκευής, η οποία το επόμενο κιόλας πρωί αντικαταστήθηκε από ένα φορητό τραντζίστορ, ακουμπισμένο δίπλα από το κρεβάτι της Φλέρυς, το οποίο έπαιζε επίσης στη διαπασών, έναν πειρατικό πειραϊκό ραδιοφωνικό σταθμό. «Η Ντέλα από Κερατσίνι αφιερώνει τώρα στον Βασίλη από Κοκκινιά το τραγούδι της Άννας Βίσση-ς «Τρελλαίνομαι» και τον παρακαλάει να της τηλεφωνήσει στο σπίτι της ξαδέρφής της Χαρούλας για να πάνε για καφέ. Πάμε λοιπόν να ακούσουμε Άννα Βίσση από το χρυσό δίσκο με επιτυχίες του Νίκου Καρβέλα «Κλίμα τροπικό».» Η Φλέρυ είναι όλη μέρα στο κρεβάτι της. Είναι υπέρβαρη και κοιμάται γυμνή. Είναι 60 χρονών και φαίνεται 80. Κάποια μέρα επισκέπτεται το Νοσοκομείο Μεταξά, ο υπουργός Υγείας της κυβέρνησης Σημίτη για εθιμοτυπικούς λόγους. Περνάει και από τα δωμάτια ασθενών. Κοντοστέκεται στις εισόδους των δωματίων κι απευθύνει χαιρετισμούς, όπου τονίζουν την συμπαράσταση της κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και του πρωθυπουργού προσωπικά, στην καθημερινότητα των Ελλήνων πολιτών που εμπιστεύονται το δημόσιο σύστημα Υγείας. Σ.Σ ... Πεπονής, Γείτονας, Παπαδήμας, Παπαδόπουλος ή Στεφανής; ποιός απ όλους, κατά τη γνώμη σας, θα μπορούσε να είναι τόσο χυδαίος, ώστε να ξεστομίσει, αυτό που θα διαβάσετε, παρακάτω? «Όλοι μαζί, μπορούμε για ένα καλύτερο ΕΣΥ. Σας ευχαριστούμε.» Η διευθύντρια ορόφου - που εκείνην την ώρα, χάνει από την τσέπη της το δεκαπενθήμερο του μηνός - που αν θυμάσαι, ω! αναγνώστη, εισέπραταν μετρητοίς όλοι οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι στο ίδιο φακελάκι που όλοι οι Έλληνες πολίτες καλούνταν να τοποθετήσουν την κομματική λίστα με τον προσημειωμένο από το σπίτι δίπλα στον υποψήφιο «δικό» τους βουλευτή σταυρό - σε αντίθεση με τώρα που ο κομμένος δημόσιος μισθός καταβάλλεται στην ιδιωτική τράπεζα που εξυπηρετεί με μισθοδοτικούς λογαρισμούς, το εκάστοτε Υπουργείο - σκύβοντας στα πόδια του Υπουργού, του ψιθυρίζει ότι από το δωμάτιο που μόλις πέρασε νοσηλευόταν η Φλέρυ Νταντωνάκη. « Ποιά είναι αυτή; Δημοτική σύμβουλος;» « Όχι, κύριε Υπουργέ, τραγουδίστρια.» «Δεν την ξέρω. Ποιά λέτε;» Γυρνάει πίσω στην πόρτα και βλέπει την μοναδική ασθενή του θαλάμου, να κοιμάται. « Η χοντρή;»

Σε μια συνέντευξή της η Φλέρυ Νταντωνάκη το 1986 στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ είχε δημόσια πει ότι είναι ΠΑ.ΣΟ.Κ. Είχε υποστηρίξει με ουτοπικό σθένος τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Κώστα Λαλιώτη και τον Γεράσιμο Αρσένη. Εκείνη η συνέντευξη, είχε θυμώσει όσο τίποτε άλλο τον Μάνο Χατζιδάκι. Η Φλέρυ, αφήνει την τελευταία της πνοή τον Ιούλιο του 1998. Επί κυβερνήσεως Κώστα Σημίτη. Τα έξοδα της ταφής, αναλαμβάνει ο θετός γιός του Μάνου Χατζιδάκι και η Φλέρυ Νταντωνάκη, αναπαύεται δίπλα στον Μάνο Χατζιδάκι στο κοιμητήριο της Παιανίας. Στην τηλεφωνική συνομιλία που είχαν οι παραγγελιοδόχοι του μνήματος με τους μαραμαροτεχνίτες, κάποιος αντέγραψε λάθος το επίθετο. Ακόμα και σήμερα, αν επισκεφθείς, ω! αναγνώστη, τον τάφο της Φλέρυς στην Παιανία, το επίθετο που την συνοδεύει είναι ανορθόγραφο. «ΦΛΕΡΥ ΑΤΑΝΤΩΝΑΚΗ»

Υ.Γ. Το 2000 σε ένα ταξίδι μου στη Νέα Υόρκη, στην προθήκη ενός καταστήματος βινυλίων στο Soho, βλέπω τον δίσκο της Flery – Isles of Greece. Στοιχίζει πιο ακριβά, από όσο στοιχίζουν όλοι οι υπόλοιποι δίσκοι της προθήκης μαζί. 350 δολλάρια. Μπαίνω μέσα. Τον αγοράζω. Χωρίς παζάρι. Φεύγοντας ρωτάω τον νεαρό Αμερικάνο ιδιοκτήτη του καταστήματος. «Μα γιατί τον πουλάτε τον συγκεκριμένο δίσκο, τόσο ακριβά;» « Μα είναι η μεγαλύτερη φωνή της Ελλάδας, man.»





"Το τραγούδι της νύχτας"
Εκεί σκορπισμένη στον ύπνο μουσκεύει η ψυχή
θλιμμένη αγαπιέμαι από σκεύη κουζίνας και πράγματα

και κάπου στο βάθος της νύχτας αστράφτεις εσύ

σε εικόνες γεμάτες περάσματα.

Αίμα στο στόμα μου και τ' όνειρο άσπρο

μικρές αγγελίες στον τύπο διαβάζεις

μου μοιαζεις με όστρακο κι απόρθητο κάστρο

Αίμα στα πόδια μου και τ' όνειρο άσπρο

γυμνή - ξαπλωμένη να τρέχω διατάζεις

μου μοιάζεις απόμακρος και σβήνεις σαν άστρο

αίμα στο βλέμμα μου και τ' όνειρο άσπρο

στο χρώμα μπερδεύτηκα - δεν βλέπω - μ' αρπάζεις
φωνάζω σαν νήπιο μια λέξη σαν ''άσ' το''.

Εκεί διάλυμένη στον ύπνο, βαμμένη χρυσή

με γέλια φλερτάρω ένα σκεύος κουζίνας
χαράματα
και μ' ένα μπουκάλι υγρό γεννημένο Εσύ
γυμνή με δικάζεις να βάλω τα κλάματα

'Να 'μαι '' φωνάζω μπροστά στον καθρέφτη

''γυναίκα από πέτρα με ψυχή βιασμένη''
κοιτάζω τη φάτσα μου να βλέπει τον κλέφτη

''να 'μαι '' ψελλίζω κοντά στον καθρέφτη

διακρίνω τη χλόη μου με στάχτη βαμμένη

και κει μπρος στα πόδια μου το σώμα μου πέφτει

''να 'μαι '' υστερίζω σιμά στον καθρέφτη

τον χτυπώ με γροθιά και με βλέπω σπασμένη.


Ξυπνώ μουσκεμένη κοντά σ' ένα κάλπικο ψεύτη.

Ξυπνώ μουσκεμένη...


ελπίζω το αφιέρωμα στη λατρεμένη Φλέρυ, να είναι αντάξιο της "φεγγαρικής αηδόνας"...σ' ευχαριστούμε για την τιμή!

...για όλα τα βράδια που ήσουν δίπλα μου και μου κρατούσες το χέρι όταν έχανα το δρόμο της επιστροφής.
για την αγκαλιά που χάθηκα μέσα της.
για το χαμόγελο και το καθάριο βλέμμα...μα κυρίως επειδή είσαι ακόμα εδώ...το μόνο που μπορώ να πω, είναι: "φάτσα" μου...σ' αγαπώ.!

η φιλία σου πολύτιμη κι όπως λες και συ: "προσφορά είναι ο άνθρωπος μέσα μας...

Kalimeraba ~ Muammer Ketencoglu

Βαλκανική Μουσική
Η Μεγάλη Διαμόρφωσή της


Ο Μουαμμέρ Κετέντζογλου είναι ακορντεονίστας κι επίσης, εξω-πανεπιστημιακός εθνομουσικολόγος. Ενδιαφέρεται για τη δημοτική μουσική διαφόρων χωρών. Αυτό το ενδιαφέρον που άνθισε με τη σύγχρονη ελληνική μουσική (Λαϊκά) και το Ρεμπέτικο, εστιάστηκε έντονα στη βάση της βαλκανικής μουσικής. Το πρώτο του άλμπουμ με παραγωγό την Kalan το 1993 "Λατρεμένα Ακρογιάλια (Sevdali Kiyilar)", περιλαμβάνει παλιά αλλά και σύγχρονα ελληνικά τραγούδια. Οι πρώτες δύο συλλογές με ρεμπέτικα (1994, 1996) και άλλη μία που ονομάστηκε "Πρωτοπόροι της μουσικής Κlezmer" (1995) ήταν επίσης παραγωγές της Kalan Productions. Αυτόν τον καιρό, είναι υπεύθυνος για τη σειρά άλμπουμ "Μελωδίες Χωρών", μια παραγωγή που έχει αναλάβει η Kalan.

Από το 1993, ο Μουαμμέρ Κετέντζογλου άρχισε να οργανώνει ετήσιες συναυλίες με το όνομα "Χρώματα του Κόσμου (Yeryuzunun Rengi)". Αυτές οι συναυλίες στις οποίες ο ίδιος ο Κετέντζογλου συμμετέχει, φέρνουν κοντά πολλούς μουσικούς με ρεπερτόριο που συνεχώς ανανεώνεται.

πηγή : http://www.muammerketencoglu.com/home/page/454

Συνέντευξη:

Σ
υναντηθήκαμε με τον Μουαμμέρ Κετέντζογλου ένα απόγευμα στην Πόλη. Ήρθε μαζί με τη γυναίκα του, την Ντενίζ. Η Ντενίζ είναι σύντροφός του εδώ και μερικά χρόνια όχι μόνο στη ζωή αλλά και στο πάλκο. Σπούδασε νομική και ήτανε δικηγόρος μέχρι που η αγάπη της για τον Μουαμμέρ και τη μουσική την έκανε να αφήσει τη δικηγορία για να ασχοληθεί με το τραγούδι. Χαμογελαστοί, ευγενικοί και πρόσχαροι. Δεν είναι τυπικοί. Έχουνε ζωντάνια και φρεσκάδα. Και τη μεταδίδουνε. Ξέρουμε ότι ο Μουαμμέρ είναι μεγάλος μουσικός. Ξέρουμε επίσης ότι έρχεται συχνά στην Ελλάδα και έχει συνεργαστεί με μεγάλους Ελληνες μουσικούς. Ο Μουαμμέρ παίζει ακορντεόν. Το ξέρει καλά το ρεμπέτικο. Και ακόμα περισσότερο, το αισθάνεται το ρεμπέτικο. Γεννημένος κοντά στη Σμύρνη, με μια πλευρά της οικογένειας του να έρχεται από τη Γευγελή, ήρθε από μικρός σε επαφή με τη μουσική. Κάπου στη πορεία αγάπησε την ελληνική μουσική, αγάπησε και το ρεμπέτικο. Δεν μπορεί να μας δει. Όπως και εμείς δεν μπορούμε να δούμε αυτά που βλέπει. Πίνουμε ένα τσάι και αποφασίζουμε να ξεκινήσουμε. «Ξέρετε, κάθε φορά που πηγαίνω στην Ελλάδα παίρνω θετική ενέργεια» μας λέει. Του εξηγούμε τι περίπου θα τον ρωτήσουμε και εκεί έρχεται η πρώτη έκπληξη. Μας λέει ότι δεν είναι ένας μεγάλος διανοούμενος και ότι θα χρησιμοποιήσει τη διαίσθηση του για να μας απαντήσει. Η σεμνότητα είναι κάτι που πάντα εντυπωσιάζει. Ειδικά όταν προέρχεται από ανθρώπους σαν τον Μουαμμέρ. Μας μίλησε για πολλά. Για την πρώτη του επαφή με το ρεμπέτικο, για το ρόλο που έπαιξε για τη διάδοση του στην Τουρκία, την άποψη του για τις περιόδους του ρεμπέτικου και κάποια από τα είδη του. Μας μίλησε επίσης και για τα κοινά ελληνοτουρκικά τραγούδια. Εκεί μας αποκάλυψε τις μουσικές του ανησυχίες καθώς και τις μουσικές του αναζητήσεις που αφορούν τους δύο λαούς που ζουν εκατέρωθεν του Αιγαίου. Μας φάνηκε σαν όραμα. Ένα όραμα συνεργασίας, σεβασμού και προπάντων αγάπης.

Κύριε Κετέντζογλου θα μπορούσατε να μας μιλήσετε λίγο για εσάς;
Γεννήθηκα στην Τίρε (Θύρα) κοντά στη Σμύρνη το 1964. Άρχισα να ασχολούμαι από μικρός με τη μουσική στο σχολείο και διάλεξα το ακορντεόν. Αργότερα ήρθα στην Κωνσταντινούπολη όπου και σπούδασα ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου. Γενικά, σαν μουσικός ενδιαφέρομαι πολύ για την μουσική των άλλων λαών. Έχω μία προτίμηση για τη μουσική της δυτικής Τουρκίας και των βαλκανικών λαών. Η ελληνική μουσική με έχει τραβήξει πολύ. Και ιδιαίτερα το Ρεμπέτικο.
Τι είναι για σας το Ρεμπέτικο;
Με το Ρεμπέτικο, πολλοί άνθρωποι ασχολήθηκαν και έκαναν διάφορες θεωρίες γύρω από αυτό. Ορίστηκε πολλές φορές και διαφορετικά. Εγώ εδώ, επειδή μου το ζητάτε θα σας πω τη δικιά μου άποψη. Καταρχήν το Ρεμπέτικο είναι το είδος μουσικής με το οποίο αισθάνομαι ότι ταυτίζομαι. Όταν ακούω ή παίζω Ρεμπέτικο αισθάνομαι ότι γίνομαι ένα με αυτή τη μουσική. Βέβαια ακούω ελληνική μουσική από τα παιδικά μου χρόνια. Όμως αυτή η μουσική είχε κάτι που με απορροφούσε, είχε κάτι που με καλούσε. Θα σας πω κάποιες λεπτομέρειες που δεν είναι πολύ γνωστές. Το 1988 είχα πάει στη Βιέννη σε ένα φίλο. Το Ρεμπέτικο το ανακάλυψα εκεί. Όταν άκουσα για πρώτη φορά Ρεμπέτικα τραγούδια έμεινα άναυδος. Η πρώτη ανθολογία Ρεμπέτικου που άκουσα είναι η συλλογή «Πέντε Ελληνες στον Άδη». Ήταν ένα άλμπουμ με δύο δίσκους. Αυτή ήταν και η πρώτη μου επαφή με το Ρεμπέτικο.

Η Ντενίζ και    ο Μουαμμέρ Κετέντζογλου κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.

Η Ντενίζ και ο Μουαμμέρ Κετέντζογλου κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.

Καταλαβαίνατε τα λόγια από τα τραγούδια;
Όχι, δεν καταλάβαινα τίποτα. Στη συνέχεια, πάλι στη Βιέννη, βρήκα μία ανθολογία με 6 δίσκους με τίτλο «Η ιστορία του Ρεμπέτικου». Αυτοί οι δίσκοι ήταν τα πρώτα μου βήματα. Εκείνη την εποχή σπούδαζα στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου. Είχα φίλους από τη Δυτική Θράκη και τους παράγγελνα δίσκους από Ελλάδα. Όλα μου τα χρήματα τα ξόδευα σε δίσκους! Τότε συνέβη και κάτι άλλο: όσο περισσότερο γνώριζα το Ρεμπέτικο, τόσο περισσότερο αισθανόμουνα ότι είναι το καθήκον μου, η υποχρέωσή μου να το παρουσιάσω στην Τουρκία. Εκείνη την εποχή στην Κωνσταντινούπολη υπήρχε ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για το Ρεμπέτικο. Οι άνθρωποι εκεί το υποδέχονταν με μεγάλο ενδιαφέρον και θαυμασμό. Υστέρα από τόσα χρόνια οι Τούρκοι προσπαθούσαν να ανακαλύψουν αυτή τη μουσική.

Πώς στην Τουρκία ο κόσμος ανακάλυπτε εκείνη την εποχή το Ρεμπέτικο;

Πρώτα απ’ όλα χάρη στην ταινία «Ρεμπέτικο» του Κώστα Φέρρη. Εκείνη την εποχή στην Τουρκία άρχισαν να ακούγονται και άλλα είδη ελληνικής μουσικής. Τότε έκανα και ένα μικρό σχήμα με μερακλήδες μουσικούς. Παράλληλα άρχισα να κάνω σεμινάρια για το Ρεμπέτικο και έδωσα διαλέξεις σε πάρα πολλά κέντρα διασκέδασης και πολιτιστικά κέντρα.
Τούρκικη  αφίσα της ταινίας «Ρεμπέτικο» του Κώστα Φέρρη.

Τούρκικη αφίσα της ταινίας «Ρεμπέτικο» του Κώστα Φέρρη.

Παράλληλα με τα τραγούδια που έπαιζα παρουσίαζα επίσης και τραγούδια μέσα από παλιές αυθεντικές ηχογραφήσεις. Εκείνη την περίοδο ήμουνα ο μόνος που ασχολήθηκε με την παρουσίαση και την προβολή του Ρεμπέτικου αφού κανένας άλλος δεν ενδιαφερόταν. Αυτό συνεχίστηκε για πολλά χρόνια. Τότε ένας διάσημος δημοσιογράφος με ονόμασε «Ρεμπέτικο Μουαμμέρ» (γελάει). Κανένας βέβαια δεν μου ανάθεσε αυτόν το ρόλο, τον ανέλαβα μόνος μου. Και αυτό σας το λέω με κάποια πικρία, γιατί κανένας άλλος δε θέλησε να ασχοληθεί πριν από μένα. Αυτά που σας περιγράφω έγιναν στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Σήμερα βέβαια στην Τουρκία υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που ασχολούνται με το Ρεμπέτικο και τη διάδοσή του.

Βλέπουμε ότι στους δίσκους όπου παρουσιάζετε το Ρεμπέτικο υπάρχει και μία παιδαγωγική διάθεση. Ενδιαφέρεστε να δώσετε στοιχεία γι’ αυτά τα τραγούδια.
Ίσως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αγαπάω πολύ αυτή τη μουσική και παράλληλα ενδιαφέρομαι και για την ιστορία των μουσικών. Σε κάθε είδος μουσικής που ασχολούμαι ενδιαφέρομαι και για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκε. Το θεωρώ πολύ σημαντικό. Ίσως επειδή παρουσίαζα για πρώτη φορά το Ρεμπέτικο με ενδιέφερε να γίνει σωστά. Εκείνα τα χρόνια ήμουνα πολύ ευτυχής όταν έκανα αυτή τη δουλειά.

Συμφωνείτε με την προσθήκη τούρκικων στίχων σε ρεμπέτικα τραγούδια;
Όπως γνωρίζετε, η γλώσσα του Ρεμπέτικου είναι η ελληνική. Αυτά τα τραγούδια έχουν μια ιστορία, έχουν τη δική τους ζωή. Προσωπικά δεν μπορώ να φανταστώ ότι το Ρεμπέτικο πρέπει να γίνει ένα είδος τούρκικης μουσικής βάζοντάς του τούρκικα λόγια, παρόλο που το μουσικό ύφος του έχει ανατολική χροιά. Το Ρεμπέτικο είναι ένα ειδικό είδος μουσικής. Και στην Τουρκία χρειάζεται ένα ειδικό κοινό για να το ακούσει.

Από τότε που αρχίσατε να παρουσιάζετε το Ρεμπέτικο στην Τουρκία μέχρι σήμερα τι έχει αλλάξει;
Σήμερα στην Τουρκία ακούμε ελληνική μουσική. Στα εστιατόρια, στο δρόμο, στα μαγαζιά. Για μένα σημαίνει ένα πράγμα: ότι οι Τούρκοι θυμήθηκαν ότι οι δύο λαοί είναι αχώριστοι, όπως το δάχτυλο με το νύχι. Αυτό δε δημιουργήθηκε τώρα. Υπήρχε. Απλά το ξαναθυμηθήκαμε.

Πιστεύετε ότι αυτό το ενδιαφέρον για την ελληνική μουσική στην Τουρκία είναι το αποτέλεσμα, ο καρπός της ελληνοτουρκικής προσέγγισης που συμβαίνει σήμερα;
Για μένα είναι το αντίθετο. Πιστεύω ότι βρίσκεται στην πηγή, αποτελεί ένα από τα αίτια αυτής της προσέγγισης. Γιατί όπως γνωρίζετε, η ελληνοτουρκική προσέγγιση όπως την ξέρουμε γίνεται μετά το 1999. Ενώ αυτή η προσέγγιση άρχισε νωρίτερα, με την ταινία του Κώστα Φέρρη, με κάποιους δίσκους με ρεμπέτικα τραγούδια αλλά και άλλα ελληνικά τραγούδια που άρχισαν να ακούγονται εκείνη την εποχή. Βέβαια, δεν αντιλέγω ότι ο μεγαλύτερος παράγοντας της ελληνοτουρκικής προσέγγισης είναι οι καταστροφικοί σεισμοί που συνέβησαν στην Τουρκία το 1999.

πηγή http://www.klika.gr/cms/index.php/ar8rografia/synentefkseis/270-muammer-ketencoglu.html

...ο Βόσπορος του Nuri Bilge Ceylan

...Αφιερωμένο. στο φίλο που έκανε τον κόπο να μου στείλει e-mail.!


αγαπητέ "έλληνα", χρησιμοποιώ το nick που επέλεξες γιατί πραγματικά το διασκέδασα.!!!!
δεν είμαι σίγουρη ότι η εγκεφαλική σου λειτουργία είναι τέτοια που να σου επιτρέπει να εννοήσεις, αλλά θα σου κάνω τη χάρη και θα σου απαντήσω...ελπίζω, να μη χρειαστεί να ανοίγεις λεξικά για να μαθαίνεις ορολογίες και ερμηνείες λέξεων.!
σύμφωνα λοιπόν, με τη βλακεία που σε δέρνει εκτός από λεσβία - από πότε η λέξη χρησιμοποιείται ως ύβρις;;;; - είμαι και απάτρις και μου χρειάζεται ένας βαρβάτος άντρας όπως εσύ, για να με κάνει γυναίκα χαχαχαχαχαχα!!! κι ένα ταξιδάκι αναψυχής κατά Μακρόνησο μεριά....αυτό υποθέτω, μετά το wild sex μαζί σου!!!!!! χαχαχαχαχα :pppppp

κι αυτό, επειδή τόλμησα να αναρτήσω θέμα με το οποίο δε συμφωνείς.
το προηγούμενο αφιέρωμα στη μουσική της Βουλγαρίας σου έπεσε βαρύ κι αντί ως πολιτισμένος άνθρωπος να κάνεις διάλογο, προτίμησες να βρίζεις κάτω από την κουκούλα της ανωνυμίας...δε μου κάνει εντύπωση βέβαια, αφού οι παπούδες και οι γονείς σου πρέπει να είναι της ίδιας εμετικής σχολής!

αγαπητέ "έλληνα", έμαθα να αγαπώ, έμαθα να αισθάνομαι...έμαθες να μισείς.!
ειλικρινά δε σε παρεξηγώ, μάλλον σε λυπάμαι.
ο άνθρωπος που γεμίζει τη ζωή του με μίσος είναι κατά βάση ένας δυστυχισμένος άνθρωπος...κι εγώ, θέλω να απολαμβάνω τη ζωή...αυτή είναι η διαφορά μας.!

η μουσική είναι μια Διεθνής γλώσσα, μέσω αυτής μπορούμε να γνωριστούμε μεταξύ μας.
είναι μια έννοια ανώτερη, πέρα και πάνω από κάθε άλλο γλωσσικό ή επικοινωνιακό επίτευγμα του ανθρώπου.
η μουσική, είναι μια γλώσσα που μπορούν να καταλάβουν όλοι οι άνθρωποι...αρκεί, να έχουν τ' αυτιά αλλά κυρίως την καρδιά τους καθαρή...
η μουσική ξυπνά τις αισθήσεις...σε ταξιδεύει, σε κάνει να νοσταλγείς, να θυμάσαι, να γελάς, να κλαις...απαραίτητη προϋπόθεση όπως σου είπα και πιο πάνω αγαπητέ "έλληνα" να μην έχεις επιτρέψει να πιάσει σκουλίκια η ψυχή σου....γιατί

...Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ


stay tuned αγαπητέ, θα ακολουθήσουν κι άλλα "ανθελληνικά" αφιερώματα στη μουσική των Γειτόνων!!! :))




ask2use.com: Επιτρέπεται η αντιγραφή όλου του κειμένου
ask2use.com: Μόνο για μη-κερδοσκοπική χρήση
ask2use.com: Υποχρεωτική η αναφορά πηγής
ask2use.com: Δεν είναι απαραίτητη η άδεια
hit counter
free web hit counter